Μετάφραση-επιμέλεια κειμένου: Λόεγκριν

Πρωτεύουσες καρτέλες

Μετάφραση-επιμέλεια κειμένου: Λόεγκριν

του Αλεξάντερ Ντούγκιν.

1. Σε ποιο σύστημα συντεταγμένων μπορούμε να εξετάσουμε το φαινόμενο του «οικονομικισμού».

Ο οικονομικός καπιταλισμός εκπροσωπεί μόνον μία τυχαία παραλλαγή της κοινής ουσίας της αναπτύξεως του καπιταλιστικού συστήματος; Ή μήπως είναι η σαφής ενσάρκωση της όλης λογικής του, ο θρίαμβός του;

Η απάντηση στην ερώτηση αυτήν δεν μπορεί να βρεθεί στου κλασικούς της θεωρίας της οικονομίας, με τον ορίζοντα τους περιορισμένο στην βιομηχανική φάση της ανάπτυξης – το γενικό εμπόριο και την πλήρη οικονομική σημασία του οποίου (και πάνω από όλους οι Μαρξιστές) μελέτησαν πλήρως και ορθώς. Η μεταβιομηχανική κοινωνία είναι κατά πολλούς τρόπους μία σκοτεινή πραγματικότητα. Στην ανάλυσή της δεν υπάρχουν αναγνωρισμένοι κλασικοί, μολονότι πολλοί συγγραφείς έχουν επιχειρήσει μία βαθιά ματιά στο φαινόμενο αυτό. Το καθήκον της κατανόησης του «οικονομικισμού» ανήκει σε εμάς, είτε μας αρέσει είτε όχι.

Προκειμένου ακόμη και να κάνουμε τα πρώτα βήματα προς την κατεύθυνση μίας συνεπούς
επισκόπησης επί του θέματος αυτού, οφείλουμε να αναλογισθούμε την όλη ιστορία του οικονομικού παραδείγματος και να εξατομικεύσουμε εκεί την θέση του «οικονομικισμού» - όχι μόνον υπό το πρίσμα μίας ποσοτικής χρονολογήσεως, αλλά από την οπτική γωνία της ποιοτικής σχέσεως του φαινομένου αυτού στην γενική ανάπτυξη των οικονομικών μοντέλων.
Και όμως, ακόμη και εδώ, στο μηδενικό σημείο σχηματισμού του προβλήματος, συναντάμε ένα στοιχείο αβεβαιότητας, η οποία υπονομεύει την δομή της αναλύσεως. Υπάρχει πράγματι μία και μόνον ιστορία της οικονομίας; Τέτοια ιστορία όντως υπήρξε, αλλά σε δύο (ή τρείς;) εναλλακτικές εκδοχές. Υπάρχει μία αναγνωρισμένη ιστορία της οικονομίας από την Φιλελεύθερη πλευρά (ο καπιταλισμός ως έκφραση του σύγχρονου και πιο προοδευτικού παραδείγματος στην οικονομία), όπως επίσης από την Μαρξιστική πλευρά (ο σοσιαλισμός και η υπέρβαση του καπιταλισμού ως έκφραση του σύγχρονου και πιο προοδευτικού παραδείγματος στην οικονομία). Και περαιτέρω, υπήρξε και μία Τρίτη πηγή (π.χ οικονομική «ετεροδοξία»), η οποία απέτυχε απολύτως να αξιολογήσει το οικονομικό παράδειγμα στα πλαίσια αυτής της σκληρής φόρμουλας (προοδευτικό- μη προοδευτικό), όπως συνήθιζαν να κάνουν οι κλασικοί οικονομολόγοι. Αυτή, όμως, η «τρίτου δρόμου» οικονομική σχολή παρέμεινε περιθωριακή., παρά την παρουσία στις τάξεις της πρώτης τάξεως οικονομολόγων και φιλοσόφων.

2. Η προβληματική αξιολόγηση του οικονομικισμού στην Μαρξιστική θεωρία.

Τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας έχουν δείξει μία ξεκάθαρη επιτυχία της ιστορικής τάσεως της Φιλελεύθερης οικονομίας. Και ακριβώς στην ενότητα της Φιλελεύθερης οικονομικής και φιλοσοφικής σκέψεως γεννηθήκαν οι πρώτες θεωρητικολογίες στην μεταβιομηχανική κοινωνία. Η σοσιαλιστική σκέψη παρέμεινε, αντιθέτως, εντελώς εντός των πλαισίων του βιομηχανικού παραδείγματος και η δραματική πτώση του Σοβιετικού συστήματος εισάγει αλάνθαστους τονισμούς στην ιστορία αυτής της λόγιας διενέξεως.

Το Φιλελεύθερο σύστημα ήταν ικανό να:

διαφύγει των σοσιαλιστικών επαναστάσεων

να διαλύσει το προλεταριάτο

να το αποτρέψει από το να ενοποιηθεί σε ένα επαναστατικό κόμμα, δρώντας σε παγκόσμιο επίπεδο

να κερδίσει τον ιδεολογικό πόλεμο εναντίον του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.

Από όλες αυτές τις απόψεις το Φιλελεύθερο πρότυπο επιτυχώς νίκησε την Μαρξιστική απειλή.

Εκτός από την θέση του τακτικού πλεονεκτήματος βρισκόμαστε εδώ αντιμέτωποι με ένα πιο σχετικό θεμελιώδες συμπέρασμα. Μπορώ να κατανοήσω ότι οι άνθρωποι που μοιράζονται συγκεκριμένες ομάδες weltanschauungen (ΣτΜ: «κοσμοθεωρίες») δύσκολα θα αποδεχτούν αυτό το συμπέρασμα – και ακόμη και η σκέψη μίας τέτοιας γενικεύσεως μπορεί να είναι ενοχλητική για κάποιους. Το δίχως άλλο, ένας μεγάλος αριθμός παραγόντων μας οδηγεί να στην σκέψη ότι το Φιλελεύθερο παράδειγμα – ειδικότερα, δηλαδή, ο σύγχρονος Καπιταλισμός – είναι μόνον το οικονομικό παράδειγμα, το οποίο ενσαρκώνει στον εαυτό του το πραγματικό πνεύμα του σύγχρονου κόσμου. Ο Φιλελεύθερος καπιταλισμός απεδείχθη το πιο ενημερωμένο οικονομικό σύστημα, περισσότερο από τον σοσιαλισμό (και από τα οικονομικά πρότυπα του «τρίτου δρόμου»).

Ούτως εχούσης της καταστάσεως, θα ήταν λάθος να αποκρυπτογραφήσουμε εκ των υστέρων τα Σοσιαλιστικά συστήματα ως αποδεικνυόμενα λιγότερο επαρκή, ενώ είναι προσκολλημένα στο σύγχρονο οικονομικό παράδειγμα. Όλα είναι περισσότερο σύνθετα: η αντικαπιταλιστική προέλευση και η φιλοσοφικός συλλογισμός, που βρίσκονται στις ρίζες του σοσιαλιστικού οικονομικού προτύπου, εμφανίζονται ως είδη αντιμοντέρνων τάσεων συγγενών με την οικονομία – μόνον, όμως, συγγενείς με αυτήν. Δεν αποτελεί αδιέξοδο, αλλά την τελευταία μάχη (μολονότι καλυμμένη και εξωτερικά στυλιζαρισμένη σύμφωνα με την εμφάνιση του «μοντερνισμού») του αντιμοντερνικού παραδείγματος μίας weltanschauung (ΣτΜ: «κοσμοθεωρίας») , που βρίσκει έκφραση στην οικονομική θεωρία και πράξη.

Στην εποχή μας η σοσιαλιστική θέση δεν έχει καμία αξία: όχι μόνον οι προβλέψεις του Μάρξ περί της μετατροπής της βιομηχανοποιημένης Δύσεως σε σοσιαλισμό απεδείχθησαν αληθείς μόνον στον Ανατολική αγροτικό-ασιατικό τρόπο παραγωγής. Ακόμη και το τελευταίο μαρξιστικό επιχείρημα κατερρίφθη – το γεγονός της υπάρξεως του Μαρξισμού (του νικητή, πραγματοποιημένου Μαρξισμού – μολονότι με έναν βολουνταριστικό, μπλανκιστικό-λενινιστικό τρόπο) σε πολλές περιοχές του κόσμου.

Πώς να καταλήξουμε – από αυτό το σημείο εκκίνησης – ότι ο ίδιος ο σοσιαλισμός εκπροσωπεί ένα πιο «προοδευτικό» φαινόμενο; Πώς να δηλώσουμε ότι η πραγματική πορεία της παγκόσμιας ιστορίας (η κακόφημη ιστορική αναγκαιότητα) ακολουθεί ακριβώς αυτήν την
κατεύθυνση; Είναι αδύνατον. Προκύπτει ένα γεγονός όλο και πιο καθαρά: ότι ο σοσιαλισμός
υπήρξε το αποτέλεσμα μίας αποφασιστικής γενικής προσπάθειας – όχι ένα προϊόν της αντικειμενικής πορείας της ιστορίας, αλλά ακριβώς της ανταρσίας εναντίον αυτής της αντικειμενικής πορείας – η συνέπεια μίας ηρωικής εξεγέρσεως και μίας ηθικής πράξεως ηρωισμού, στην οποία η μεγιστοποίηση της εντάσεως έδεσε μεταξύ τους την επαναστατική ελίτ και την εθνική μάζα. Σε αυτό το πλαίσιο η γεωγραφική και πολιτιστική ιδιαιτερότητα των χωρών όπου ο σοσιαλισμός πέτυχε δεν εμφανίζεται πλέον ως ένα συχνό στοιχείο, αλλά ως ένας σημαντικός, όχι, όμως, αποφασιστικός παράγοντας.

Ο σοσιαλισμός κέρδισε στις χώρες της Ανατολής ως εχθρός – πολιτιστικός, ιστορικός, εθνικός και θρησκευτικός – Ανατολικών προελεύσεων και προτεραιοτήτων. Ο ρωσικός ευρασιατικός (και ορθόδοξα Εβραίος) εσχατολογικός μεσσιανισμός των μπολσεβίκων κομμισσαρίων απεδείχθη επιχείρημα με μεγαλύτερο βάρος από σε σχέση με τις εκλεπτυσμένες αφαιρέσεις της πολιτικής οικονομίας. Ο Μαρξιστικός ουνιβερσαλισμός δεν απεδείχθη συγκριτικά έγκυρος. Και ως μία θεμελιώδης κοινή γλώσσα ο Μαρξισμός θρυμματίστηκε μαζί με την Ρωσική – Σοβιετική Αυτοκρατορία. Οι σύγχρονες απόπειρες να αποκρυπτογραφηθεί το φαινόμενο του «οικονομικισμού» υπό ένα Μαρξιστικό ορθόδοξο πρίσμα είναι καταδικασμένες να αποτύχουν από την στιγμή που η ίδια η ορθοδοξία κατεστράφη. Η ορθοδοξία έρχεται αντιμέτωπη – πρώτα απ’ όλα – με την πλέον σοβαρή πρόκληση να προσφέρει μια μη αντιφατική ερμηνεία των παραδόξων του 20ου αιώνος – και πάνω από όλα τα τραγικής μοίρας του σοσιαλισμού στην τελευταία του δεκαετία. Μόνον αφότου καταφέρει αυτό, θα ήταν δυνατόν να προχωρήσει παρακάτω. Έχοντας, όμως, καταφέρει κάτι τέτοιο, θα ήταν ο ορθόδοξος Μαρξισμός ο ίδιος όπως πρίν; Αυτό είναι δύσκολο να το πιστεύσουμε.

Με τον τρόπο αυτόν ο Φιλελευθερισμός έχει τις ποιότητες να αναλύσει τον «οικονομικισμό» σύμφωνα με την δική του ιδιαίτερη οπτική. Το κίνημα προς μία καθαρά οικονομικίστικη οικονομία θα είναι υπό την άποψη αυτήν το κίνημα προς ένα περισσότερο σύγχρονο και «προοδευτικό» επίπεδο. Από την στιγμή που ο καπιταλισμός θεωρείται ως σύγχρονος και «προοδευτικός», τόσο σύγχρονος και «προοδευτικός» θα είναι και ο οικονομικισμός.

3. «Η πραγματική κυριαρχία του Κεφαλαίου»

Ο Φιλελευθερισμός αφομοίωσε από τον σοσιαλιστική (ακόμα και την Μαρξιστική) weltan
shauung ό,τι από ένα παραδειγματικό πρίσμα δεν μπορούσε να αντιπαρατεθεί στα θεμέλια της καπιταλιστικής λογικής και κατέστρεψε όλες τις εναπομείνασες μορφές - τις πραγματικά εναλλακτικές - στο τέλος ενός ιδεολογικού, οικονομικού και γεωπολιτικού πολέμου.
Το μεταβιομηχανικό επίπεδο της αναπτύξεως του καπιταλισμού - κατά την διάρκεια της οποίας έλαβε χώρα η μεταβολή του σε ένα καθαρά οικονομικίστικο επίπεδο της οικονομίας – συνέπεσε με την παγκοσμιοποίηση και ολοκληρωτικοποίηση του φιλελεύθερου προτύπου. Ο οικονομικισμός είναι ένας δείκτης αναπτύξεως του καπιταλιστικού παραδείγματος. Πέραν τούτων, είναι ένα δείκτης που συνδέεται με την μεταμόρφωση αυτού του παραδείγματος σε κάτι που δεν έχει εναλλακτική. Ο οικονομικισμός είναι ένα λογικό όριο από το οποίο έλκεται η επαρκέστερη ανάπτυξη του Καπιταλισμού.

Στο ανέκδοτο Έκτο Βιβλίο του «Κεφαλαίου», ο Μάρξ προσέφερε μία περιγραφή του επιπέδου αυτού ως τον τελικό κύκλο της «πραγματικής κυριαρχίας του κεφαλαίου», η οποία θα σημάνει ότι το εναλλακτικό, επαναστατικό προλεταριακό υποκείμενο θα έχει χάσει την μάχη στο προηγούμενο επίπεδο της «κυριαρχίας των μορφών». Αυτό το Μαρξιστικό θέμα της μη προκαθορισμένης μορφής του τελικού αποτελέσματος της παγκόσμιας διαμάχης μεταξύ Εργασίας και Κεφαλαίου είναι κάτι που ο ορθόδοξος Μαρξισμός πάντοτε φοβόταν, ακριβώς όπως κάθε έμβιο ον φοβάται την φωτιά.

Όθεν και η πρόταση να τοποθετηθεί ο «οικονομικισμός» στην εσχατολογική ζώνη της οικονομικής ιστορίας της καπιταλιστικής αναπτύξεως. Μία τέτοια προσέγγιση απολύτως ορθή από την πλευρά της κύριας τάσεως της καπιταλιστικής αναπτύξεως – την πρόοδο της αποξενώσεως. Πρώτα η αποξένωση του προϊόντος της εργασίας από τους παραγωγούς, έπειτα η αποξένωση της όλης σφαίρας της παραγωγής μέσα στο σύστημα της τραπεζικής πιστώσεως και τέλος η μετάφραση της όλης οικονομίας στην μορφή της εικονικής οικονομικής κερδοσκοπίας.

4. Ο Φιλελευθερισμός ως αποξένωση, η «πρόοδος» ως παρακμή.

Ο οικονομικισμός αποτελεί την κορωνίδα της καπιταλιστικής λογικής και αντιπροσωπεύει το τελευταίο, υψηλότερο επίπεδο αποξενώσεως.

Σε αυτήν την διαδικασία της ολικής αποξενώσεως η φυσική πορεία της ιστορικής αναπτύξεως φαίνεται ξεκάθαρα από την πλευρά της παραδοσιακής κοινωνίας. Στην παράδοση,
όμως, εμφανίζεται ένα μόνιμο θέμα – αυτό των Ηρώων, των Προφητών και των Σωτήρων, οι οποίοι αντιστέκονται στην ιστορική εντροπία, ενάντια στην βαρυτική δύναμη της Υπάρξεως. (ο Μάρξ και το Μαρξιστικό δόγμα μπορούν να μετρηθούν άνετα ως ανάλογα με αυτήν την «προ - εσχατολογική» ανταρσία) Αργά ή γρήγορα, όμως, αυτή η κατηγορία επίσης καταρρέει κάτω από τον ογκόλιθο της μοίρας και οι συνθήκες αποκαλύψεως γίνονται χειρότερες.Η παραδοσιακή αυτή άποψη θεωρεί την «πρόοδο», «την φυσική πορεία της ιστορίας», τον «μοντερνισμό» ως πεπρωμένο και κάτι κακό, ως την αδρανή πτώση μίας βαρύνουσας μάζας, ως την συνεπαγόμενη ψυχρότητα του Είναι. Η ιστορία είναι αποξένωση σύμφωνα με τους παραδοσιαστές.

Η ιστορία του πολιτισμού αντιμετωπίζεται ως αποξένωση από τον Ρουσσώ (ο «ευγενής άγριος» που χαραμίζεται από την κοινωνία), τον Χέγκελ («αποξένωση της Απόλυτης Ιδέας») και τον Μάρξ («αποκοπή από τον πρωταρχικό κομμουνισμό»). Η ευτυχής στροφή («ορθή δημοκρατία» για τον Ρουσσώ, «Πρωσσικό Κράτος» για τον Χέγκελ, «Παγκόσμια Επανάσταση» για τον Μάρξ) συμβαίνει παρά την αδράνεια της ιστορίας.Το «τέλος του κόσμου», έτσι, (αυτό το οντολογικά θετικό γεγονός κατά τους Χριστιανούς) ακολουθεί την περίοδο του Αντίχριστου. Και η έλευση του Αντίχριστου ανιχνεύεται ως το αλάνθαστο σημάδι της προσέγγισης στην Δευτέρα Παρουσία. Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι η συγκεκριμένη αναγγελία της προσεγγίσεως στην Δευτέρα Παρουσία μπορεί, επίσης, να αγγίξει και τον «πρίγκιπα του κόσμου». Μόνον ένα καλό υπάρχει στην κλίμακα της αποξενώσεως – μόλις η θανάσιμη αυτή διαδικασία φθάσει στα όρια της, θα ξεριζωθεί από την τιμωρητική δεξιά χείρα της υπερβατικής αρχής.

5. Οικονομία και διαλεκτική του κακού.

Ο Φιλελευθερισμός αποτελεί την φυσική τάση της αναπτύξεως της «φιλοσοφίας της οικονομίας», αυτονομημένη, αποκομμένη από όλες τις υπόλοιπες κοινωνικές δομές της αξίας στην ποιοτική της σύγχρονης ενσαρκώσεως. Αυτή είναι η σταθερότητα του «status-quo».
Ένα διαφορετικό θέμα είναι ο τρόπος που εκτιμούμε τον «οικονομικισμό» και εν γένει το «φιλελεύθερο-καπιταλιστικό» μονοπάτι της οικονομικής αναπτύξεως. Εάν δούμε τον «οικονομικισμό» («η πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου») με σκοτεινά χρώματα τότε – είτε συνειδητά είτε όχι – βρίσκουμε τους εαυτούς μας στην απέναντι πλευρά από αυτήν του μοντερνισμού. Αυτό δεν δύναται να καλυφθεί πίσω από την μάσκα της συζήτησης περί «προόδου». Η φυσική πορεία της ιστορίας (επίσης ιστορία της οικονομίας) δεν μας ταιριάζει. Θεωρούμε την οικονομική εντροπία ως ανήθικη και επιθυμούμε να τεθούμε εναντίον της. Στην περίπτωση αυτήν πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας - με έναν βολουνταριστικό, λενινιστικό τρόπο - όχι μόνον στα εφόδια των μη «οικονομικίστικων» απόψεων περί της οικονομίας, και , επίσης, σε όλα τα οικονομικά μοντέλα που είναι μη μοντέρνα, αντι- μοντέρνα και τα οποία βασίζονται σε μία «ηρωική» (σύμφωνα με τον ορισμό του Werner Sombart) παρόρμηση για υπέρβαση της κακής πορείας του παροδικού κόσμου.
Ο «οικονομικισμός» δεν είναι ένα ερώτημα της μηχανικής παρακάμψεως από το οικονομικό παράδειγμα του καπιταλισμού. Αποτελεί ένα κανονικό στάδιο της αναπτύξεώς του – το στάδιο του παγκόσμιου θριάμβου του.

Είναι ανόητο και ανεύθυνο να παραπονούμεθα για το γεγονός ότι η μάζα της οικονομικής κερδοσκοπίας στα χρηματιστήρια ανά τον κόσμο υπερβαίνει κατά πολύ τους προϋπολογισμούς των αναπτυγμένων χωρών ή ότι πλασματικές μεταφορές κεφαλαίων μέσω δικτύων υπολογιστών υπονομεύουν την ανάπτυξη των υλικών παραγωγικών τομέων, μεταβάλλοντας επενδύσεις στην σφαίρα μίας εικονικής οικονομίας. Η αποξένωση της οικονομίας από την παραγωγική σφαίρα, η εικονικοποίηση της οικονομικής ουσίας είναι το κανονικό τελικό στάδιο της καπιταλιστικής αναπτύξεως.

6. Η αναπόδεικτη επιτακτικότητα της επαναστάσεως

Μπορούμε να συμφωνήσουμε εντελώς με όλες τις ακραία καταστροφικές προγνώσεις, οι οποίες γίνονται από αμερόληπτους αναλυτές σχετικά με τις ηθική σημασία αυτών των τάσεων. Είναι γεγονός ότι η αύξηση της εικονικής οικονομίας εις βάρος των πραγματικών τομέων παραγωγής οδηγεί αναπόφευκτα στην οικονομική καταστροφή. Το πληροφοριακό στοιχείο στις μεταμοντέρνες κοινωνίες σκοπεύει στην τελειωτικά υποκατάστατη πραγματικότητα με το να την αντικαθιστά με το ψευδαισθησιακό αλλά ακόμη ισχυρό λειτουργικό του σύστημα. Σε ένα συγκεκριμένο σημείο αυτό θα αποδειχθεί θανάσιμο.
Και όμως – σύμφωνα με τις παραδοσιακές απόψεις για την κοινωνία (και σε άλλα μη φιλελεύθερα ή ανελεύθερα δόγματα)- αυτό είναι η απόλυτη λογική κάθε ενυπάρχουσας διαδικασίας, στην οποία μία υπερβατική αρχή είτε δεν παρεμβαίνει είτε δεν δύναται να παρέμβει, εάν δεν το επιθυμεί. Το κεφάλαιο (ως η υπέρτατη αποξένωση, ως ο συνολικός περιορισμός στην υλιστική ποιοτική αρχή) παλεύει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα να καταστεί το ένα και μοναδικό υποκείμενο της ανθρώπινης ιστορίας. Και το κατάφερε με τον «οικονομικισμό». Ως μία εκπροσώπηση (ΣτΜ: εννοεί την κοινοβουλευτική δημοκρατία), κατάφερε μία πολύ ευκολότερη νίκη απ’ ό,τι στην πρωταρχική του μορφή. Η εικονική, πλασματική οικονομία τοποθετούν την ίδια την αρχή της πραγματικότητας υπό εκμετάλλευση – ακριβώς όπως θέτει υπό εκμετάλλευση την πραγματικότητα της οικονομίας και την οντολογία της (μολονότι η οντολογία αυτή δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητη, αναγκαία stems από την πιο γενική υπέρ-οικονομική μεταφυσική και κοινωνική μορφή.)
Η (έστω θεωρητική) αντίθεση στον «οικονομικισμό» μπορούσε να εμφανισθεί στα προηγούμενα στάδια της καπιταλιστικής αναπτύξεως.

Τα οικονομικά δεν είναι άλλο από μία γλώσσα, με την οποία μπορεί να σχηματισθεί οποιοδήποτε μήνυμα. Το φιλελεύθερο μοντέλο της οικονομίας είναι το μήνυμα της θριαμβεύουσας αποξενώσεως και εντροπίας, της εξατομικεύσεως του κοινωνικού, πολιτικού, πολιτιστικού και ιστορικού όλου. Τέτοιο είναι το μήνυμα του «σύγχρονου πνεύματος», το μήνυμα του Διαφωτισμού. «Αριστεριστές» (ριζοσπάστες δημοκράτες, ο Ρουσσώ, σοσιαλιστές, κομμουνιστές) και δεξιοί (φονταμενταλιστές, παραδοσιαστές, ολοκληρωτιστές) ερμήνευσαν εδώ και πολύ καιρό το φιλελεύθερο ευαγγέλιο (σε φιλοσόφους όπως οι Τζών Λόκ, Ιερεμίας Μπένθαμ, Τζών Μίλλ και σε οικονομολόγους όπως ο Άνταμ Σμίθ και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο) ως την ενσάρκωση του κακού σε αυτόν τον κόσμο, ως την αποσύνθεση κάθε οργανικής ουσίας.
Αυτή είναι η θανάσιμη, μηδενιστική πνευματικότητα του μοντερνισμού, βασισμένη στην «εξορία των Θεών» (Μ. Χάιντεγγερ), τον «θάνατο και την δολοφονία του Θεού» (Φ.Νίτσε) και την «εκμετάλλευση» (Κ.Μάρξ)

Ο «οικονομικισμός» δεν είναι απολύτως τίποτα το νέο, είναι ο Φιλελευθερισμός-Καπιταλισμός στην αγνότερη μορφή του. Είναι «μοντερνισμός», που έχει ξεπεράσει την αντίθεσή του. Για τον λόγο αυτόν η διαμαρτυρία εναντίον του «οικονομικισμού» σε εθνικό ή σε διεθνές επίπεδο είναι αδύνατη δίχως μία παγκόσμια επανάσταση συνειδήσεων, δίχως μία εξαιρετική επαναξιολόγηση κάθε αντιφιλελεύθερης ιδεολογίας, δίχως την έκφραση μίας νέας ολοκληρωτικής Εναλλακτικής – και παραπάνω, μία Εναλλακτική όχι μόνον εναντίον του αποτελέσματος (του ίδιου του «οικονομικισμού»), αλλά εναντίον και στην αιτία του («καπιταλισμός», «φιλελευθερισμός», «σύγχρονο πνεύμα»).Η αναζήτηση μίας τέτοιας Εναλλακτικής εντός της περιορισμένης σφαίρας της οικονομίας είναι αδιανόητη. Μία τέτοια Εναλλακτική θα πρέπει να μεταμορφώσει το όλο σύνολο των σύγχρονων κηρυγμάτων, την όλη «γλώσσα του μοντερνισμού». Μόνον έπειτα από αυτό, όταν δηλαδή θα έχει σφυρηλατηθεί το παγκόσμιο φιλοσοφικό παράδειγμα της Τελικής Επαναστάσεως, η εναλλακτική αυτή θα αποκτήσει μία οικονομική μορφή - ως ο πραγματιστικός δρόμος επαγωγικά αναπόδεικτος και εμπειρικά ανέκδηλος.

Αυτός είναι ο ρόλος των «νέων προφητών», των «νέων σωτήρων», των «νέων ηρώων».
Ο αντιοικονομικισμός δεν είναι άλλο από την πιο εξωτερικευμένο επίπεδο του βαθύτερου και ριζοσπαστικότερου αγώνα εναντίον του καπιταλισμού και του φιλελευθερισμού, η αναγκαιότητα του οποίου δεν πηγάζει από πραγματιστικά συμφέροντα, αλλά από το βάθος της αξιοπρέπειας του ανθρωπίνου υποκειμένου ως είδος – ένα υποκείμενο, το οποίο ακόμη και στην άβυσσο της εγκατάλειψης από τον Θεό απορρίπτει κάθε συμβιβασμό με τον αιματοβαμμένο κόσμο και μάχεται για μία ανώτερη οντολογία, για μία νέα ιερότητα, για δικαιοσύνη και αδελφότητα, για ελευθερία και ισότητα.