Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΗ ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Πρωτεύουσες καρτέλες

Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΗ ΜΕΤΑΝΕΩΤΕΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο συγγραφέας ακολουθεί τις μεταμορφώσεις του Λόγου στη μετανεωτερική κοινωνία. Υποστηρίζει ότι υποβοηθούμε τη διάλυση των λογικών δομών και προτείνει την αλυσίδα Λόγος - λογική – λογιστική (logstics) - λόγημα, ξεκινώντας από την οικουμενική έννοια της καθολικής τάξης μέχρι την πλήρη ατομικοποίηση.

Τα στάδια του diurnal (στμ. του Ημερήσιου, του σχετικού με την ημέρα, αντίθετο του νυχτερινού nocturnal): από τον Λόγο στη λογιστική

Ας παρακολουθήσουμε την μοίρα του Λόγου στη Μετανεωτερικότητα. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να θυμόμαστε πάντοτε ότι ο Λόγος είναι μια από τις εκδηλώσεις του ηρωικού μύθου, δηλαδή του καθεστώτος του Diurnal (σύμφωνα με την ταξινόμηση του Durand). Ούτε είναι ο μοναδικός, ούτε είναι απόλυτος. Ο Λόγος περιλαμβάνει τις αντιθετικές και πλεονάζουσες πλευρές του ηρωικού μύθου (ετερογενής ομογενοποίηση) και τις φτάνει στο έσχατο όριό τους, αφήνοντας επίσης στο ασυνείδητο πτυχές του μύθου του Diurnal, όπως η άμεση και μανιώδης θέληση για εξουσία, ο παροξυσμός των παθών και η υπερβολή. Βέβαια, και αυτές οι πτυχές του Diurnal - συγγενείς του Λόγου - εισχωρούν στον ίδιο, αλλά όχι με σαφήνεια, αλλά μέσω της αδράνειας της χοριακής (στμ. χορεία, ο χορός σε κύκλο) έλξης των ηρωικών μύθων μεταξύ τους (δηλαδή όχι λογικά).

Η ανάδυση του Λόγου από τον μύθο είναι, όπως είδαμε, το πρώτο βήμα που κάνει ένα σταθερό και ισορροπημένο έθνος στον δρόμο προς τη νεωτερικότητα. Όμως δεν φτάνουν στη Νεωτερικότητα όλες οι κοινωνίες, που έχουν οικοδομηθεί γύρω από τον Λόγο· πρέπει να ληφθεί υπόψη και αυτό.

Το επόμενο βήμα προς τη Νεωτερικότητα είναι η μετάβαση από τον Λόγο στη λογική.  Σε αυτό το στάδιο, ο Λόγος, ως μια αποκρυσταλλωμένη τάξη, απομακρύνεται περισσότερο από το γενικό σύμπλεγμα του ηρωικού μύθου και αναπτύσσει ένα σχήμα που περιγράφει τις θεμελιώδεις παραμέτρους του εαυτού του - αυτή είναι η επιστήμη της λογικής και, σε μεγάλο βαθμό, των μαθηματικών, της γεωμετρίας κ.λπ. Αν και η λογική αντανακλά τη δομή του Λόγου με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, αφήνει πολλά πίσω της. Στον Χριστιανισμό, συνεπώς, ο Λόγος είναι ο Θεός και ο Θεός είναι φυσικά υπεράνω της λογικής - ιδίως το γεγονός της ενσάρκωσής του, καθώς και πολλές πτυχές της χριστιανικής διδασκαλίας που βασίζονται σε εκφράσεις του Χριστού-Λόγου, αλλά περιέχουν και λογικά παράδοξα.

Στη λογική του Αριστοτέλη, δεν υπάρχει χώρος για παράδοξα. Η λογική είναι ιδιότητα μίας κοινωνίας, η οποία βρίσκεται ακόμη πιο κοντά στη Νεωτερικότητα. Η χριστιανική κοινωνία είναι ασφαλώς μια κοινωνία του Λόγου (ή μάλλον του Χριστού-Λόγου). Η λογική διείσδυσε ενεργά στον χριστιανισμό μαζί με τις θεολογικές κατασκευές των Πατέρων της Ανατολικής Εκκλησίας και κυρίως με την άνθηση του σχολαστικού αριστοτελισμού, αλλά η οριστική μετάβαση σε μια κοινωνία της λογικής γίνεται μόνο όταν απομακρυνόμαστε από τον χριστιανικό θεϊσμό, όπως συνέβη κατά την Αναγέννηση και κυρίως κατά τον Διαφωτισμό (όπως δείξαμε σε προηγούμενα κεφάλαια). Η Νεωτερική κοινωνία βασίζεται σε μια αυτόνομη και γενικευμένη λογική, η οποία μετατρέπεται σε κύρια κοινωνική τάξη - διαδικασίες, σχέσεις, θεσμοί, νομικοί κανόνες, πολιτική, καθεστώς, οικονομία κ.λπ. - και καθίσταται η κύρια κοινωνική τάξη. Το μοντέρνο, αναπτυγμένο, γίνεται όλο και πιο τεχνικό και μετατοπίζει την εστίασή του στην οικονομική σφαίρα. Η οικονομία γίνεται το "πεπρωμένο" των δυτικών κοινωνιών. Έτσι, σταδιακά, καθώς η Νεωτερικότητα κυριαρχεί, η λογική μετατρέπεται σε λογιστική.

Ο όρος λογιστική (logistics) είναι ένας στρατιωτικός όρος για την προμήθεια και διαχείριση τροφίμων, πυρομαχικών, στέγασης κ.λπ. για τα στρατεύματα. Από τη σφαίρα της στρατιωτικής στρατηγικής, έχει εισέλθει στις σύγχρονες θεωρίες διοίκησης, όπου πλέον αντιπροσωπεύει τη βελτιστοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, τη μείωση του κόστους, την καλύτερη διαχείριση των χρημάτων και των ροών πληροφοριών κ.λπ. Η λογική εφαρμόζεται σε διάφορες δραστηριότητες: διανοητικές, πολιτικές, επιστημονικές, κοινωνικές κ.λπ., η λογιστική είναι η λογική που εφαρμόζεται μόνο στη διαδικασία διαχείρισης των υλικών πόρων για καθαρά πραγματιστικούς σκοπούς. Η λογιστική είναι πολύ πιο στενή και χειροπιαστή από τον Λόγο.

Η οικονομική κοινωνία - τόσο η καπιταλιστική όσο και η σοσιαλιστική (θεωρητικά) - βασίζεται στην πρωτοκαθεδρία της λογιστικής, και η διαμάχη μεταξύ των δύο πολιτικοοικονομικών συστημάτων τον 20ό αιώνα περιστράφηκε γύρω από το ποιο λογιστικό σύστημα ήταν πιο αποτελεσματικό, λειτουργικό και ανταγωνιστικό. Η μάχη μεταξύ των δύο στρατοπέδων ήταν ένας ανταγωνισμός μεταξύ των λογιστικών της αγοράς και των λογιστικών του κεντρικού σχεδιασμού. Το τέλος αυτής της αντιπαλότητας και η νίκη της λογιστικής της αγοράς συνέπεσε με τη μετάβαση στη Μετανεωτερικότητα.

Στη λογιστική, η συγκεντρωτική λειτουργία του υποκειμένου, που ήταν χαρακτηριστικό της καθημερινότητας, διασκορπίζεται σε ένα πλήθος υποκειμένων: μεμονωμένοι διαχειριστές, καθένας από τους οποίους γίνεται ένα αυτόνομο σύστημα που εκτελεί τον εργασιακό του κύκλο ατομικά. Ο διαχειριστής είναι η τελευταία εκδοχή του Diurnal, ένας μικρός ήρωας που παλεύει με το χάος των εμπορευμάτων, της εργασίας, των χρηματιστηριακών τιμών, των οικονομικών εγγράφων, των αναφορών, των φόρων, τα οποία πρέπει να τακτοποιήσει στην αποθήκη, να τα διαχειριστεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά, να τα διανείμει ανά περιπτώσεις, να τα ταξινομήσει σε φακέλους, να τα μεταβιβάσει σε άλλους διαχειριστές για εκτέλεση. Σε μια εταιρεία logistics (λογιστική), κάθε άτομο θεωρείται ως διαχειριστής, δηλαδή ως ατομικός φορέας νοημοσύνης, που περιορίζεται στις δεξιότητες που απαιτούνται για την εκτέλεση των λειτουργιών των logistics (λογιστικής). Η ετερογενής ομογενοποίηση - ως βασική ιδιότητα της καθημερινότητας - ανάγεται εδώ στις ικανότητες της υλικοτεχνικής επάρκειας, που αναδεικνύεται σε κανόνα. Όποιος τα καταφέρνει είναι νικητής. Όποιος αποτυγχάνει είναι χαμένος.

Από τη Λογιστική στο Λόγημα

Έτσι, το Μετανεωτερικό έφτασε σε ένα περιβάλλον λογιστικής όπου ο νικητής τα παίρνει όλα με έναν κανονιστικό τύπο διαχειριστή. Σε κάθε στάδιο της λογιστικής γραμμής, ο ηρωικός μύθος έχει χάσει κάποιες πτυχές, συρρικνώνοντας το μυθολογικό του δυναμικό. Η λογική είναι η κατάσταση στην οποία τα απειροελάχιστα απομεινάρια του αυθεντικού Diurnal καθίστανται τα άτομα του Diurnal. Η Μετανεωτερικότητα, ωστόσο, αντιπροσωπεύει μια τάση προς έναν ακόμη μεγαλύτερο κατακερματισμό του λογικού ατόμου. Στο προηγούμενο κεφάλαιο, περιγράψαμε αυτό το φαινόμενο ως Λόγημα (logeme).

Το Λόγημα (logeme) [σημείωση του συντάκτη: παρωχημένος όρος για τη βασική σύνδεση σημαινόμενου και σημαίνοντος], υπό την κοινωνιολογική έννοια, είναι ο κατακερματισμός της λογιστικής ορθολογικότητας σε ένα ακόμη μικρότερο, υπο-ατομικό ή διαιρετικό επίπεδο. Αντικείμενο της τάξης για το λόγημα δεν είναι ο άμεσος εξωτερικός χώρος - τα στρατεύματα που έχουν ανάγκη από τροφή, τα συμφέροντα και τα πρότυπα βελτιστοποίησης μιας κοινωνίας ή τα αγαθά που βρίσκονται διάσπαρτα σε μια αποθήκη - αλλά το σώμα και ο ψυχισμός του ατόμου και τα αντικείμενα που γειτνιάζουν με αυτά - τα ρούχα, η τροφή, το δέρμα, τα μαλλιά, τα πόδια, τα χέρια, τα αυτιά, καθώς και τα μικρότερα συναισθήματα, οι εμπειρίες, οι αισθήσεις. Λόγημα είναι η θριαμβευτική ικανότητα να αντιμετωπίζει κανείς τον εαυτό του - να περπατάει όρθιος, να βάζει ένα μαντήλι στη μύτη του και ένα φλιτζάνι στα χείλη του, να δένει τα κορδόνια των παπουτσιών του, να αντιμετωπίζει την παρόρμηση να ξύσει με τα νύχια του το σημείο του τσιμπήματος ενός κουνουπιού κ.λπ. Και σε αυτό, επίσης, υπάρχει ένας απόηχος της θέλησης για εξουσία και της επιθυμίας να δημιουργηθεί τάξη μέσα από το χάος, μόνο σε μικροεπίπεδο. Είναι ο ίδιος άκαμπτος διουρναλισμός (diurnalism), μόνο που περιορίζεται σε μικροσκοπική κλίμακα. Αλλά το μικροσκοπικό αυτής της κλίμακας δεν μεταφράζεται (ακόμα) αυτόματα στην αντιδιαστολή και τον ευφημισμό του νυχτερινού (στμ. nocturnal). Αντιθέτως, οι μικροεπιθυμίες και οι μακροεπιθυμίες υπερτονίζονται, υπερδιογκώνονται, μεταφέρονται σε πλανητική κλίμακα. Το φάρμακο για τη σμηγματόρροια γιγαντώνεται πάνω σε τεράστιες διαφημιστικές πινακίδες που σκεπάζουν τον ουρανό (στμ. μεταφορά του φαινομένου της υπερβολικής προβολής των μικροεπιθυμιών και μικροαναγκών που υπερκαλύπτουν τους καθολικούς κοινωνικούς νόμους) - είναι το τελευταίο ξέσπασμα της ηρωικής παράνοιας - το μικροσκοπικό και το ασήμαντο αυξάνονται στις αναλογίες του "μακρινού" και του "μεγάλου".

Το φαινόμενο της γκλαμουριάς εντάσσεται ακριβώς σε αυτή την τάση. Το γκλάμουρ είναι η εξύμνηση του λογήματος, η παραχώρηση του καθεστώτος της κοινωνικής ηγεμονίας και της εικόνας στην άνεση, την ευεξία και τις μικροεπιθυμίες, η αυστηρή τυποποίηση του σώματος και των αναλογιών του, ο ολοκληρωτικός κανόνας της υποδειγματικής εμφάνισης που αναδεικνύεται σε απόλυτο.

Η μετάβαση από τη λογιστική κοινωνία (logistic society) στη κοινωνία του λογήματος (logeme society) είναι η πιο σημαντική και θεμελιώδης διαδικασία της Μετανεωτερικότητας.

Το μηδέν (η ανυπαρξία) και η κοινωνιολογία του

Ένα από τα ιδιαίτερα προϊόντα του Λόγου είναι το μηδέν – η ανυπαρξία. Αυτή η λογική αναπαράσταση αποτελεί εξέλιξη του δυϊσμού του Diurnal. Το Diurnal ταυτίζεται με το " όλον" και στο αντίθετο άκρο -όπως ο θάνατος- προετοιμάζεται ένας χώρος για το μηδέν. Όταν περνάμε στο επίπεδο του Λόγου, το μηδέν γίνεται ο σημαντικότερος κρίκος στο θεμελιώδες δίπολο είναι-μη είναι, ως γενικευμένη ανυπαρξία.

Παράλληλα, η ανυπαρξία περιλαμβάνεται αναγκαστικά στα θεμέλια των μονοθεϊστικών θεολογιών, όπου ο κόσμος δημιουργείται από το μηδέν, από το τίποτα. Ο Λόγος, ως ταυτόσημος με τον εαυτό του, είναι τα πάντα. Ό,τι δεν είναι ταυτόσημο με αυτόν είναι το μηδέν.

Στη λογική, το δίπολο είναι-μη είναι καθίσταται το σημαντικότερο λειτουργικό δομοστοιχείο, διότι προκαθορίζει τη δομή της λειτουργίας της λογικής συνείδησης. Το μηδέν αποκτά έναν μόνιμο τεχνικό χαρακτήρα.

Στη λογιστική, το μηδέν αποκτά την ιδιότητα της ρουτίνας, δηλαδή της απουσίας ενός αγαθού, μιας έλλειψης, της ανάγκης να γεμίσει ένα κουτί, μιας δαπάνης (μιας πίστωσης). Το μηδέν γίνεται επουσιώδες.

Ωστόσο, καθώς το υποκείμενο-φορέας του λόγου καταρρέει κατά την εξέλιξη του Diurnal από τον Θεό στον διαχειριστή (τον μάνατζερ), η σφαίρα της ανυπαρξίας, του μηδενός, διευρύνεται διαρκώς, μετακινούμενη από την περιφέρεια (από τον πυθμένα της δημιουργίας) προς το κέντρο του κοινωνικού συστήματος, έως ότου ευτελιστεί στον οικονομικό ισολογισμό (πίστωση) ή στις μελέτες μάρκετινγκ ("δεν υπάρχει προϊόν σε απόθεμα"). Όσο κατώτερη είναι η θέση του φορέα του Λόγου, τόσο ευρύτερη είναι η ζώνη του μηδενός.

Αυτό παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στη φιλοσοφία του Νίτσε, ο οποίος αναγνώρισε τον μηδενισμό ως θεμελιώδες χαρακτηριστικό του νεωτερικού δυτικού πολιτισμού. Ο Νίτσε είπε: "Η έρημος μεγαλώνει. Αλίμονο σε όσους κρύβουν μια έρημο μέσα τους". Η ανάπτυξη της "ερήμου" είναι η ανάπτυξη μιας ζώνης του μηδενός που περικλείει το συρρικνούμενο άτομο από όλες τις πλευρές. Επιπλέον, όντας ομοιογενής - καθώς στερείται ιδιοτήτων - η ανυπαρξία που εκτείνεται γύρω από ένα άτομο συγχωνεύεται με την ανυπαρξία που εκτείνεται γύρω από ένα άλλο άτομο, αυξάνοντας την έκταση της "ερήμου".

Ο Χάιντεγκερ ακολούθησε τον Νίτσε για να αναπτύξει λεπτομερώς το θέμα του μηδενός, και ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ με τη σειρά του συστηματοποίησε τις γνώσεις του Χάιντεγκερ στο σπουδαίο έργο του To Είναι και το Mηδέν. Η αυξανόμενη εστίαση στο μηδέν είναι άμεση συνέπεια του ορθολογισμού (ρασιοναλισμού) και της λογικής του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος αντανακλά όλο και περισσότερο βασικές κοινωνιολογικές τάσεις μέσα στην εγγενή διπλή λογική του. Ο Λόγος γίνεται πιο επιφανειακός, το μηδέν διευρύνεται.

Κατά τη μετάβαση στη Μετανεωτερικότητα, όπου πρέπει να περάσουμε σε ένα ακόμη πιο εκλεπτυσμένο επίπεδο, ορισμένοι φιλόσοφοι, κυρίως ο Ζιλ Ντελέζ, διακηρύσσουν ότι "έχει έρθει η ώρα για τη μετάβαση από το μηδέν της βούλησης (η ασθένεια του μηδενισμού) στο μηδέν· από τον ατελή, επώδυνο και παθητικό μηδενισμό στον ενεργητικό μηδενισμό". Υπάρχει ένα πολύ λεπτό σημείο εδώ. Ένα πράγμα είναι η ανάπτυξη του μηδενός (και του μηδενισμού) καθώς ο φορέας του Λόγου καταρρέει, ένα άλλο είναι ο προσανατολισμός του Λόγου προς το μηδέν, δηλαδή η ενεργός και συνειδητή αναζήτηση του αντίθετού του. Αυτό ξεπερνά σαφώς τον διουρναλισμό (diurnalism) και συνεπάγεται μια αλλαγή καθεστώτος υπέρ του ευφημισμού και, κατά συνέπεια, του νοκτουρναλισμού (nocturnalism).

Από την άποψη του Λόγου και μάλιστα της λογικής και της λογιστικής, το μηδέν είναι καθαρό μηδέν· δεν είναι ο συμβατικός προσδιορισμός του άλλου, αλλά δεν είναι και ο προσδιορισμός του μηδενός. Η ανάπτυξη του μηδενός λαμβάνει επομένως χώρα στο χώρο του αριθμητή του ανθρώπινου κλάσματος, όπου βρίσκεται ο Λόγος. Το μηδέν, το τίποτα είναι το προϊόν του Λόγου. Παραμένοντας στον αριθμητή, η δυτική κοινωνία έχει ως όριο το μηδέν με το οποίο ο φορέας της λογικής βρίσκεται σε συνεχή διάλογο και αλληλεπίδραση· το μηδέν μεγαλώνει, ο φορέας του Λόγου μειώνεται, αλλά στην αδράνεια της κοινωνιολογικής ιστορίας, το μηδέν είναι το τελευταίο όριο του Λόγου, πέρα από το οποίο η κοινωνική ιστορία δεν μπορεί να συνεχιστεί. Όντας καθηλωμένη στο μηδέν, η ιστορία τελειώνει (ο Φουκουγιάμα έγραψε γι' αυτό) και αντικαθίσταται από την οικονομία (λογιστική). Ο διαχειριστής (manager) είναι ένας ενεργός μηδενιστής, δεν προσπαθεί πλέον να συνθέσει κοινωνικά, φιλοσοφικά ή επιστημονικά δεδομένα, να κατασκευάσει μια λογική τάξη, αρκείται στο να κατασκευάσει μια λογιστική τάξη στο περιβάλλον του, αδιαφορώντας για τους καθολικούς κοινωνικούς νόμους και, με τον τρόπο αυτό, κατακερματίζει την κοινωνία και προωθεί με αισιοδοξία την ανυπαρξία, το τίποτα, το μηδέν. Τίποτα δεν είναι πιο μηδενιστικό από την οικονομία, το μάνατζμεντ και το μάρκετινγκ. Η αγορά είναι το καθαρό στοιχείο του μηδενισμού, όπου ανακυκλώνονται οι φάσεις της τσακισμένης οικονομικής ορθολογικότητας, και η ίδια η μακροοικονομία στη φιλελεύθερη θεωρία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η γενίκευση της ατομικής μικροοικονομίας, η οποία είναι συστατικό στοιχείο της χαοτικής αλλά λογιστικής κίνησής της.

Αν η λογική αρχίζει να επιδιώκει συνειδητά το μηδέν, υποδεικνύει μια εντελώς διαφορετική πορεία από τον οικονομολόγο που υποδηλώνει ότι, προωθώντας ασυνείδητα την ανυπαρξία, εστιάζει στους λογιστικούς κύκλους και διαχειρίζεται με επιτυχία το "τέλος της ιστορίας".

Και εδώ ερχόμαστε στο πιο σημαντικό: αν για τον Λόγο το μηδέν είναι μηδέν, για τον μύθο το μηδέν δεν είναι μηδέν, είναι κάτι, και είναι πολλαπλό, πλούσιο και ζωντανό, επειδή ο ίδιος ο μύθος, ωθούμενος στον παρονομαστή, βρίσκεται στη θέση του μηδενός για τον Λόγο. Το μηδέν του Λόγου είναι ολόκληρος ο μύθος, είναι η πληρότητα του ασυνειδήτου, εκτός από το απειροελάχιστο μέρος του ηρωικού μύθου, το οποίο έχει σταδιακά μετατραπεί στον μικρό Λόγο του μοντέρνου, ο οποίος έχει ολοκληρωθεί, και αν φανταστεί κανείς ότι ο Λόγος μπορεί, στην πραγματικότητα, όχι μόνο να πλησιάσει το μηδέν, αλλά και να κατέβει μέσα σ' αυτό (όπως όταν ο ίδιος ο Ντελέζ πέταξε τον εαυτό του από το παράθυρο), τότε θα πέσει κατευθείαν στον μύθο.

Στη θέληση για το μηδέν, λοιπόν, σε αντίθεση με τις προθέσεις του μεταμοντέρνου, μπορούμε να αναγνωρίσουμε μια μυστική ώθηση του ασυνειδήτου. Για τη λογική, η τρέλα είναι το τέλος, ενώ για το ασυνείδητο, η παύση ή η ρήξη των λογικών διαδικασιών του νου είναι πάντα μια νέα αρχή, ένας νέος κύκλος εξατομίκευσης, μια νέα έκρηξη της δυναμικής του μύθου.

Δεν θα κοιτάξουμε, επομένως, παραπέρα από τους εκπροσώπους της ορθολογικής φιλοσοφίας, από τον σοφιστή Γοργία (483 π.Χ. - 380 π.Χ.) μέχρι τον Σαρτρ και τον Ντελέζ, βλέποντας σε αυτήν, τις πτυχές του μύθου που δεν περιλαμβάνονται στην αυστηρή ορθολογικοποίηση, δεν μεταφέρονται στον Λόγο. Εξ ου και το σημαντικό συμπέρασμα: ο μηδενισμός του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού, ιδίως κατά τη μετάβαση στη μετανεωτερικότητα, μπορεί να θεωρηθεί από την άλλη πλευρά ως παγίωση ασυνείδητων ενεργειών που δεν βρίσκουν διέξοδο στον αριθμητή με νόμιμα μέσα και που προετοιμάζουν την επιστροφή τους όταν οι "κατασταλτικές" δομές του Λόγου αποδυναμωθούν οριστικά.

Οι δυνάμεις του Λόγου

Η στιγμή αυτή συμπίπτει με τη μετάβαση από τον Λόγο στο λόγημα, δηλαδή με την επικείμενη διάσπαση του διανύσματος του Λόγου και τη συγκέντρωση της προσοχής στο υποατομικό επίπεδο. Το λόγημα (logeme) είναι μια καθημερινή ζωή εκτός πλαισίου, αποκομμένη όχι μόνο από τους μεγάλους κοινωνικούς κύκλους, αλλά ακόμη και από τις πρωτόγονες και συνηθισμένες λειτουργίες της διαχείρισης των οικονομικών μονάδων. Ο διαχειριστής, ο φορέας του λογήματος, εξακολουθεί να είναι υπόλογος σε άλλους: ανταγωνιστές, εταίρους, εταιρείες, χρηματοπιστωτικά και διοικητικά ιδρύματα, φορολογικές αρχές, εργαζόμενους, πωλητές και αγοραστές κ.λπ. Το λόγημα μπαίνει στο παιχνίδι όταν ο στόχος γίνεται η οργάνωση των ατομικών παρορμήσεων και η οργάνωση του χώρου που γειτνιάζει με το σώμα - εξωτερικού και εσωτερικού. Πρόκειται για τη μέριμνα της άνεσης, της υγείας, του κορεσμού, της καλής διάθεσης κ.λπ. Τα λογικά καθήκοντα περιλαμβάνουν:

- ψώνια
- επίσκεψη σε αξιοθέατα
- αποτρίχωση
- τατουάζ
- επιλογή ρούχων
- piercing
- κατανάλωση αναψυκτικών (κατανάλωση αναζωογονητικών ποτών, καφέ και τσαγιού)
- αποστολή γραπτών μηνυμάτων (αποστολή και λήψη γραπτών μηνυμάτων - συχνά ανώνυμων)
- διαλογισμό της τηλεόρασης
- ναρκωτικά
- χορό
- Εκδρομές σαββατοκύριακου
- χαλάρωση
- αθλητισμό
- οδήγηση
- κάπνισμα
- κολύμπι στην πισίνα
- ξεφύλλισμα φανταχτερών περιοδικών
- ταξίδια διακοπών
- προϊόντα προσωπικής υγιεινής
- μακιγιάζ
- απολέπιση
- νυχτερινά κέντρα διασκέδασης (ντίσκο)
- γλείψιμο (φορώντας ακουστικά με μουσική)
- διαδικτυακό σερφάρισμα (κλικ σε banner και συνδέσμους στο Διαδίκτυο)
- συμπλήρωση ερωτηματολογίων
- να απαντάτε σωστά και σύντομα σε απλές ερωτήσεις.

Οι δομές με τις οποίες λειτουργεί το λόγημα είναι τόσο μικροσκοπικές που βρίσκονται στο τελευταίο επίπεδο της λογικής και απειλούν να γλιστρήσουν οριστικά στο μηδέν, στο ασυνείδητο, στον μύθο, στο νυχτερινό (nocturnal). Στο σταυροδρόμι μεταξύ του λογικού υπερ-μινιμαλισμού, αν όχι του καθαρού μηδενισμού, που ενσαρκώνει το λόγημα, και του νυχτερινού τρόπου (nocturnal), που αναδύεται προσεκτικά από το υπέδαφος, μπορεί να αναδυθεί μια κοινωνιολογία του Mεταμοντέρνου, μια συστηματική ανάλυση αυτού του συμπλέγματος των ξεθωριασμένων φορέων του λογήματος (που θυμίζει το φωτοστέφανο του Αγίου Έλμου ή την πτώση των μετεωριτών) που αντικαθιστά τη διαλυόμενη Νεωτερική κοινωνία.

Η φαινομενολογική κοινωνιολογία του Alfred Schütz

Πρόδρομος αυτής της κοινωνιολογίας του μινιμαλισμού ήταν ο διάσημος Αυστροαμερικανός κοινωνιολόγος Alfred Schütz (1899-1959), ο οποίος θεμελίωσε τη φαινομενολογική κατεύθυνση της κοινωνιολογίας. Ο Schütz ήταν μαθητής του φιλοσόφου Edmund Husserl (1859-1938), του δημιουργού της φαινομενολογίας. Η ουσία της φαινομενολογικής προσέγγισης είναι η πρόσκληση για απομάκρυνση από τις γενικευτικές επαγωγικές έννοιες που συμπεραίνουν το μικρό από το μεγάλο, το επιμέρους από το γενικό, και για εστίαση στο μικρό, το επιμέρους, το εμπειρικά παρόν. Ειδικότερα, ο Husserl κάλεσε να ξεκινήσουμε από τη χειροπιαστή σκέψη, όπως τη συναντάμε στους συνηθισμένους ανθρώπους, από τον "κόσμο της ζωής" (Lebenswelt), και στη συνέχεια να προχωρήσουμε προσεκτικά σε γενικεύσεις και εκλογικεύσεις. Αυτή η φαινομενολογική προσέγγιση οδήγησε τον Martin Heidegger να προσδιορίσει μια κεντρική φιλοσοφική κατηγορία για τη διδασκαλία του, το Dasein, με την οποία κατασκεύασε τη θεμελιώδη οντολογία του. Στην περίπτωση του Schütz, η φαινομενολογία οδήγησε σε μια κοινωνιολογία της καθημερινής ζωής, μελετώντας τα μικροφαινόμενα της ανθρώπινης συμπεριφοράς στον κόσμο γύρω μας.

Ο Schütz έδειξε ότι η συμπεριφορά του καθημερινού ανθρώπου περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα φαινομένων που θεωρούνται αυτονόητα. Αυτή η κατηγορία αντικειμένων, φαινομένων και γεγονότων αποτελεί ένα κρίσιμο σημείο αναφοράς στη δομή της καθημερινής ζωής. Ο Schütz τα αποκαλεί "δεδομένα": "κάτι που θεωρείται δεδομένο". Ο κόσμος της ζωής αποτελείται από αυτές τις στιγμές. Ο καθημερινός άνθρωπος είναι τόσο πολύ διαποτισμένος από το "δεδομένο" που αρχίζει να προβάλλει αυτές τις "βεβαιότητες" στον κόσμο. Αυτό είναι που ο Schütz αποκαλεί "τυποποίηση", δηλαδή τη διαδικασία της συνεχούς ερμηνείας του αυτονόητου ως αυταπόδεικτου. Τυποποιώντας έναν άγνωστο περαστικό στο δρόμο, ο κάτοικος προβάλλει πάνω του ένα σύνολο αντιλήψεων που διαμορφώθηκε πριν από τη συνάντηση και χωρίς να έχει καμία σχέση με αυτήν. Βγάζει συμπεράσματα με βάση την ενδυμασία, το βάδισμα, την ηλικία και το φύλο και εντάσσει τον άγνωστο σε ένα ευρύ σύνολο "αυτονόητων", αποκλείοντας έτσι το άγνωστο ή ευρείες κοινωνικές και φιλοσοφικές γενικεύσεις. Ο κόσμος της ζωής του μέσου ανθρώπου είναι μια συνεχής τυποποίηση: κάθε νέο γεγονός, φαινόμενο, αντικείμενο ή μήνυμα ερμηνεύεται μέσα από μια αλυσίδα πραγμάτων που είναι ήδη γνωστά, κατακτημένα και "δεδομένα".

Μια άλλη διαβάθμιση της συμπεριφοράς του μέσου ανθρώπου αποτελείται από δύο τύπους κινήτρων: "κίνητρα στόχων" και "κίνητρα αιτιών". Αναπτύσσοντας τις ιδέες του Weber σχετικά με την ορθολογική και σκόπιμη δράση, ο Schütz πιστεύει ότι η παρακίνηση στόχου εστιάζει την ανθρώπινη βούληση να επιτύχει κάτι συγκεκριμένο και έτσι οδηγεί σε δράση. Ενώ η παρακίνηση με αιτία προετοιμάζει μόνο το έδαφος και αυξάνει την πιθανότητα δράσης, αλλά δεν οδηγεί αναπόφευκτα σε δράση.

Μια άλλη κοινωνιολογικά λειτουργική ιδέα του Schütz είναι ο διαχωρισμός της σφαίρας της ζωής του μικροαστού - μέτριου ανθρώπου (σμτ. philistine κατά την ορολογία του Schütz) σε τέσσερις ορίζοντες:

- τον ορίζοντα των προκατόχων
- τον ορίζοντα των απογόνων
- τον ορίζοντα των χωρικά κοντινών ανθρώπων ("conspatials")
- τον ορίζοντα των ανθρώπων που ζουν σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή - ταυτόχρονα με ένα συγκεκριμένο άτομο ("σύγχρονοι").

Μέσα σε αυτούς τους ορίζοντες, το άτομο ασκεί δύο τύπους σχέσεων: κατανόηση-ερμηνεία και δράση-επιρροή. Μόνο η κατανόηση-ερμηνεία μπορεί να εφαρμοστεί στους προκατόχους, μόνο η δράση-επιρροή μπορεί να εφαρμοστεί στους απογόνους, και οι δύο τύποι σχέσεων μπορούν να εφαρμοστούν σε στενές χωρικές και χρονικές σχέσεις.

Η κοινωνιολογική τυποποίηση του Schütz είναι εξαιρετικά σημαντική διότι:

- κατασκευάζεται από τον ελάχιστο μορφότυπο του μικροαστού και δεν επικαλείται κανένα κοινωνιολογικό σύστημα που να εξηγεί τη γένεση του ίδιου του μικροαστού, να τον τοποθετεί σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο και να ερμηνεύει συνειδητά τι θεωρεί "δεδομένο" και τι όχι και από πού προέρχεται αυτό το "δεδομένο",
- ποιοι είναι οι κόμβοι τυποποίησης στις διάφορες κοινωνίες και πώς λειτουργεί αυτή η τυποποίηση,
- πώς δομούνται οι στόχοι και οι αιτίες σε μια δεδομένη κοινωνία και γιατί είναι έτσι και όχι αλλιώς,
- πώς διαμορφώνονται οι 4 ορίζοντες, τι περιλαμβάνεται σε αυτούς και πώς εκτυλίσσονται τα μοτίβα ερμηνείας-κατανόησης και οι σχέσεις ενεργού επιρροής.

Σε μια ολοκληρωμένη κοινωνία και στην κλασική κοινωνιολογία, ιδίως στη στρουκτουραλιστική (δομική) κοινωνιολογία, η φαινομενολογία του Schutz θα ήταν κενή και άνευ νοήματος, καθώς δεν θα εξηγούσε τίποτε επί της ουσίας και θα περιέγραφε και θα συστηματοποιούσε απλώς τετριμμένες διαδικασίες σε πρωτογενές επίπεδο, ωστόσο, αποκαλύπτει τη σημαντικότερη μεθοδολογική της σημασία τη στιγμή που η κοινωνία ως φαινόμενο φτάνει στο τέλος της, οι δομές της υφίστανται μια διάλυση, μια διάχυση και αντικαθίστανται από μικροφαινόμενα, για τα οποία δεν έχει καμία σημασία - προϊόντα των οποίων οι κατασκευές, οι κοινωνικές δομές και τα θρησκευτικο-φιλοσοφικά σύνολα είναι προϊόντα διάλυσης. Ο διαχειριστής εξακολουθούσε να έχει ένα κοινωνιολογικό προφίλ. Ο λογικός φορέας δεν έχει αυτό το προφίλ, και εδώ η φαινομενολογική προσέγγιση του Schütz αποκαλύπτει όλη τη σημασία και τη συνάφειά της. Περιγράφει τον μικροαστό, βυθισμένο στη δομή των απτών αισθητηριακών μορφών της ζωής, ως αυτόνομη φιγούρα στην διασταύρωση των βασικών "κοινωνιολογικών" αξόνων της, όπου μπορούν να τοποθετηθούν οι πιο παράξενες και εξωτικές υποθέσεις.

Αυτή η μεθοδολογία, η οποία θα ήταν ανεπαρκής σε μια κοινωνία με διατηρημένο κοινωνιολογικό υπόβαθρο (είτε στο χώρο του Νεωτερικού είτε του Προνεωτερικού) αποκαλύπτει, αντιθέτως, τη σημασία και την ευρετική της δυναμική στο Μεταμοντέρνο.

Το καθημερινό γίνεται ακόμα πιο καθημερινό

Η μικρή φαινομενολογική κλίμακα που πρότεινε ο Schütz μειώνεται περαιτέρω στη Μετανεωτερικότητα. Αυτό μπορεί να φανεί, ειδικότερα, στο ζήτημα της εξαφάνισης των οριζόντων. Οι δύο πρώτοι ορίζοντες -η σχέση με τους προγόνους και τους απογόνους- πρακτικά εξαφανίζονται ή τουλάχιστον καθίστανται τόσο δευτερεύοντες με συνέπεια να μην επηρεάζουν καθόλου τη δομή της καθημερινής ζωής. Έτσι, η τυπική μεταμοντέρνα φιγούρα μένει με δύο μόνο ορίζοντες: τον "χωρικό" και τον "σύγχρονο". Ταυτόχρονα, η χωρική ζώνη μετασχηματίζεται προς δύο κατευθύνσεις: συρρικνώνεται πιο κοντά στην ατομική σωματικότητα (στμ, η σχέση του ατόμου με τον κόσμο μέσω της σωματικής του παρουσίας) (εις βάρος των κοινωνικών θεσμών, των οικογενειακών δεσμών μετά την επίτευξη ενός ορισμένου βαθμού εφηβικής αυτονομίας κ.λπ.) και στη "σύγχρονη" ζώνη.

Η σύγχρονη ζώνη επίσης διευρύνεται και συρρικνώνεται. Δεδομένου ότι το παρελθόν και το μέλλον δεν αποτελούν πλέον αντικείμενο προσοχής, ορισμένα θέματα σημαντικά για τον μεταμοντέρνο ένοικο μεταφέρονται από το παρελθόν (το μέλλον) στο παρόν, τοποθετημένα ολογραφικά. Ο ιστορικός χαρακτήρας που υποδύεται ένας διάσημος ηθοποιός ταυτίζεται με τον ίδιο τον ηθοποιό, δηλαδή τοποθετείται πλαστικά μέσα στο σύγχρονο κόσμο. Από την άλλη πλευρά, ό,τι από το παρόν δεν αφορά άμεσα τη σωματική μοναδικότητα, αγνοείται και δεν περιλαμβάνεται στη ζώνη της προσοχής, δηλαδή αποκόπτεται από το παρόν και τοποθετείται στο "μηδέν".

Η δομή του "αυτονόητου" αλλάζει επίσης, ενσωματώνοντας στοιχεία γιορτής, ικανοποίησης, ευχαρίστησης, σε πλήρη αποσύνδεση από την εργασία, την προσπάθεια και την προσωπική ολοκλήρωση. Αυτό συνδέεται με τη γενική τάση για περισσότερα πολιτικά δικαιώματα και κοινωνικές εγγυήσεις. Ταυτόχρονα, οι απαιτήσεις κοινωνικοποίησης γίνονται όλο και λιγότερες. Για να γίνει κανείς παραγωγικός πολίτης αρκεί να μπορεί να μετράει μέχρι το δύο και να λέει "γεια" με την κατάλληλη προφορά. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες αυτό αρκεί για να αποκτήσει κανείς την ιθαγένεια και τα κοινωνικά πλεονεκτήματα.

Η ισορροπία μεταξύ των κινήτρων για τον στόχο και των κινήτρων για την αιτία αλλάζει επίσης. Η εκλέπτυνση του Λόγου αποδυναμώνει τη βουλητική ώθηση προς το στόχο, σχετικοποιεί το στόχο και έτσι η πράξη γίνεται λιγότερο πιθανή, περισσότερο εικονική. Η πρόθεση παραμένει στο επίπεδο της εικονικής επιθυμίας και δεν φτάνει στο επίπεδο της ενεργητικής πραγμάτωσης. Αντίθετα, το πιθανολογικό "κίνητρο της αιτίας" αποκτά μεγαλύτερο νόημα, καθώς το "γιατί" αναφέρεται τόσο στην δράση όσο και στην αδράνεια, και η εξήγηση του γιατί κάποιος έκανε κάτι (και συχνότερα γιατί δεν έκανε) γίνεται μια καταfπραϋντική μέθοδος για τα όλο και πιο σύνθετα και επώδυνα συναισθήματα που έχει ο Λόγος απέναντι στη δράση. Ο Schütz προχωράει σε διάκριση μεταξύ "δράσης" και "πράξης", δηλαδή μεταξύ της διαδικασίας του πράττειν και της πράξης (που γίνεται). Στη μετανεωτερικήεποχή, η κυρίαρχη πτυχή είναι αναμφίβολα "η πράξη", δηλαδή το πράττειν κάποιου πράγματος, το οποίο μπορεί να σταματήσει ανά πάσα στιγμή χωρίς ποτέ να ολοκληρωθεί, ή να μεταβεί σε μια άλλη κατάσταση και να ανοίξει ως ένα άλλο πράττειν για το οποίο κανείς (συμπεριλαμβανομένου του πράττοντος) δεν είχε επίγνωση στο πρώτο στάδιο. Το πράττειν είναι δύσκολο για τη λογική να το υπομείνει, απαιτεί προσπάθεια και συνεπάγεται μη αντιστρεψιμότητα· η δράση είναι πιο αποδεκτή, αλλά ιδανικά πρέπει να γίνεται ελαφρά τη καρδία, εορταστικά και χωρίς ξεκάθαρο τέλος. Μπορεί να συγκριθεί με το ξήλωμα και το σχίσιμο. Το σχίσιμο είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση ( η κλωστή απλώς σκίζεται). Το ξήλωμα είναι μια διαδικασία έντασης κατά την οποία το νήμα έχει τραβηχτεί αλλά δεν έχει ακόμη σκιστεί. Το σκίσιμο είναι το σπάσιμο μιας κλωστής: η κλωστή έχει τραβηχτεί, αλλά δεν τολμάτε να τη σκίσετε, απλά συνεχίζετε να τραβάτε και να τραβάτε.

Michel Maffesoli: κατακτώντας το παρόν

Η μεθοδολογία του Schütz έχει εφαρμοστεί με εξαιρετικό τρόπο στη μελέτη της (μετα)νεωτερικής δυτικής κοινωνίας, η οποία κινείται ταχύτατα προς τον μεταμοντερνισμό, από έναν άλλο κοινωνιολόγο, τον Michel Maffessoli (γεν. 1944). Μαθητής του Gilbert Durand, ο Maffessoli συνδυάζει στην έρευνά του τις αρχές της κοινωνιολογίας του βάθους και τη φαινομενολογική προσέγγιση του Schütz.

Σύμφωνα με τον Maffessoli, η μετανεωτερική κοινωνία χαρακτηρίζεται από την κόπωση των κανονιστικών προτύπων που βρίσκονται στο παρελθόν (ιστορία) ή στο μέλλον (ουτοπία).  Από εδώ ξεκινά η "κατάκτηση του παρόντος"(10). Η μετανεωτερικότητα δεν εμπιστεύεται την κλίμακα, ούτε τη χρονική ούτε την κοινωνική, και δεν ενδιαφέρεται για το τι έχει προηγηθεί και τι θα ακολουθήσει. Η µετανεωτερικότητα επικεντρώνεται στη στιγμή· στο κοντινό και στο πολύ κοντινό, στο τώρα. Έτσι αναδύονται οι τόποι (τα μοτίβα) της νέας κοινωνιολογίας: "μικρογεγονός", "πραγμάτωση της ουτοπίας εδώ και τώρα", "γιορτή", "τοπικότητα". Οι τόποι του Καθημερινού Ανθρώπου (Everyman) τοποθετούν τα επεισόδια της "μεγάλης κοινωνίας" (που μπορεί να περιλαμβάνουν τόσο αρχαϊκές φυλές όσο και σύγχρονους τεχνολογικούς πολιτισμούς) σε μικροεπίπεδο, αναπαράγοντάς τα στην κλίμακα ενός δωματίου ή μιας οθόνης υπολογιστή. Η καθημερινή ζωή γίνεται επική, μεγαλειώδης. Η σημασία των συνηθισμένων γεγονότων υπερτροφεί και η ρουτίνα μετατρέπεται σε γιορτή. Ο ορθολογισμός γίνεται όλο και πιο τοπικός, καθώς διαχειρίζεται μεμονωμένες και απλές λειτουργίες, αλλά αρνείται να κινηθεί προς τη γενίκευση. Αυτό που οι μεταμοντέρνοι θεωρούν "δεδομένο" - δίκτυα WiFi παντού, κινητά τηλέφωνα, Mac Do's στη γωνία κ.λπ. - είναι παράξενο και απομονωμένο, κατακερματισμένο στη φύση του.

Με φόντο αυτό το θρυμματισμό του Λόγου σε σκόνη, ο Maffesoli αποτυπώνει την άνοδο του μύθου και, συγκεκριμένα, του μύθου του Διονύσου. Πρόκειται για μια εξαιρετικά σημαντική παρατήρηση, διότι καταδεικνύει ότι η απώλεια του Μεγάλου Λόγου στη Μετανεωτερικότητα και η κρίσιμη άνοδος του μηδενισμού αντισταθμίζονται από την άνοδο του ασυνειδήτου - και ειδικότερα των δομών του νυχτερινού (nocturnal).

Το κοινωνιολογικό σχήμα του Maffesoli έχει ως εξής: ο λογοκεντρισμός της Νεωτερικότητας (την οποία ειρωνικά αποκαλεί "Μετα-Μεσαίωνα") και των κοινωνικών μορφών που προηγήθηκαν έχει εξαντληθεί, και μια νέα προσφυγή στον μύθο βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά η προσφυγή αυτή έχει, και ο Maffesoli συμφωνεί, παθολογικό χαρακτήρα, διότι συνδέεται με την πλήρη αποβολή του μύθου από τη σφαίρα της συνείδησης που είχε προηγηθεί, η οποία συμπιέζει το ελατήριο του παρονομαστή σε σημείο που να το λυγίζει. Ο Maffesoli το καταδεικνύει αυτό σε μια συνέντευξή του επισημαίνοντας την αναζωπύρωση των κατά συρροή δολοφονιών στη Δύση και, κυρίως, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τονίζει ότι οι κατά συρροή δολοφόνοι ως κοινωνικό φαινόμενο ευδοκιμούν σε κοινωνίες όπου η ασφάλεια -και συνεπώς η αποστείρωση της επιθετικότητας- αναδεικνύεται σε ύψιστη αξία. Ο Maffesoli αναφέρει το παράδειγμα των "νοσοκομειακών" λοιμώξεων, δηλαδή εκείνων των λοιμώξεων ή, γενικότερα, των ασθενειών που ένα άτομο κολλάει όταν εισάγεται σε μια κλινική για τη θεραπεία εντελώς διαφορετικών ασθενειών. Η σύγχρονη κοινωνία, ιδίως η αμερικανική, επιδιώκει την απόλυτη "ασηψία" στη σφαίρα της βίας, θέλει να τη θεραπεύσει σε όλες τις εκφάνσεις της. Αυτό οδηγεί σε μια αντισταθμιστική συγκέντρωση της σποραδικής βίας σε ορισμένα μέρη, σε υπερβολική μορφή. Η σύγχρονη βία είναι "νοσοκομειακή": πηγάζει από την υπερβολική επιθυμία εξάλειψής της. Η ίδια η διαδικασία της θεραπείας γίνεται η πηγή και η αιτία της ασθένειας.

Έτσι, το λόγημα, ως επιδίωξη εξορθολογισμού των μικρότερων πτυχών της ζωής του ατόμου, αναβιώνει τα διονυσιακά ξεσπάσματα των μύθων του nocturnal. Στη Μετανεωτερικότητα, ο μύθος θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποκτά νοσοκομειακό χαρακτήρα, διαρρηγνύοντας τα λογήματα που είναι ευκολότερο να παρακάμψει κανείς παρά τις πιο ολοκληρωτικές και άγρυπνες δομές της λογιστικής. Ο μύθος διαρρηγνύεται όταν το λόγημα τον έχει εξισώσει με το μηδέν.

Η μετανεωτερικότητα των νεανικών μαζών και η αλβανική γλώσσα

Ο Maffesoli πιστεύει ότι η σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία υφίσταται σε δύο επίπεδα. Στο επίπεδο των ελίτ και της διανόησης, σκέφτεται με όρους νεωτερικότητας και φιλελεύθερων και ενίοτε σοσιαλδημοκρατικών αφηγήσεων. Για τις ελίτ, η κοινωνία εξακολουθεί να υπάρχει· ζουν στο μοντέρνο, αλλά οι μάζες και ιδιαίτερα οι μάζες των νέων, που έχουν πάψει να κατανοούν τις "μεγάλες αφηγήσεις", είναι ευτυχείς να βυθίζονται στο διονυσιακό στοιχείο της παρακμής και του κοινωνικού κατακερματισμού, ομαδοποιούμενοι σε μικρές συλλογικότητες (εταιρείες), έξω από τις οποίες ο κόσμος και η κοινωνία υπάρχουν με έναν περίεργο και πιθανολογικό τρόπο. Οι νέοι δεν είναι πια νεωτερικοί, δεν κατανοούν τον δημόσιο διάλογο. Οι νέοι είναι Μετανεωτερικοί, ισορροπούν στο ειρωνικό παιχνίδι των λογημάτων και γεννιούνται από ασυνείδητα ανόμοιες νυχτερινές εικόνες και μύθους. Εξ ου και η επιθυμία των νέων να παραμορφώσουν τη γλώσσα, να επινοήσουν μια νέα αργκό που σκοπεύει να καταστρέψει τις γραμματικές νόρμες. Από τη σκοπιά του Λόγου, πρόκειται για καθαρά λάθη, αλλά από τη σκοπιά του μύθου, πρόκειται για μια προσπάθεια αναδημιουργίας της ρητορικής στη θεμελιώδη ποιότητά της: ως γλώσσα της παράλληλης λογικής, ως γλώσσα του μύθου.

Το Διαδίκτυο και τα "Live Journal" παρέχουν πολλά παραδείγματα αυτού του γεγονότος. Η "αλβανική γλώσσα" που κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο της Ρωσίας, η οποία ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στο Live Journal πριν από λίγο καιρό, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι εκφράσεις 'preved', 'krosavcheg', 'afftar zhot' κ.λπ. είναι γεμάτες από αόριστους αλλά εκφραστικούς μύθους, επιφωνήματα που τοποθετούνται ανάμεσα σε συλλαβές (διατάσσουν τον περιβάλλοντα μικρόκοσμο με τέτοιου είδους διαδικτυακά γρυλίσματα, ανεβάζουν τη διάθεση, εξασφαλίζουν τη συλλογική ένταξη στην κοινότητα του Διαδικτύου κ.λπ.). Η "αλβανική" γλώσσα είναι πολύ δημοφιλής στον ρωσόφωνο κόσμο και είναι μια αυθόρμητη ανακάλυψη της δύναμης της katahreza, η οποία αποτελεί και η πιο σημαντική μορφή του  νυχτερινού (nocturnal).

Η σκιά του Διονύσου

Η παρατήρηση του Maffesoli για την επιστροφή του μύθου μέσω μιας νέας νεανικής απονοηματικότητας (απονοηματικότητα, από την πλευρά του Λόγου) μας οδηγεί σε ένα εξαιρετικά σημαντικό συμπέρασμα για τη δομή της Μετανεωτερικότητας. Από την πλευρά του Λόγου, η Μετανεωτερικότητα αντιπροσωπεύει τον μηδενισμό και τον κριτικό κατακερματισμό του φορέα του Λόγου στο επίπεδο του λογήματος. Ωστόσο, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εκδίπλωση του νεωτερικού προγράμματος στην υψηλότερη φάση του, και επομένως η συνέχιση του έργου που ξεκίνησε ο μύθος του diurnal στους αρχαϊκούς χρόνους. Οι περισσότεροι μετανεωτερικοί φιλόσοφοι δεν επεδίωξαν καθόλου την επιστροφή στον μύθο ή τη λήξη της Νεωτερικότητας ως προσωρινής παρανόησης. Αντίθετα, θέλησαν να "φωτίσουν τον Διαφωτισμό" (Χορκχάιμερ), προκειμένου να ολοκληρωθεί η αποστολή της Νεωτερικότητας, η οποία απέτυχε να εκπληρωθεί. Η Μετανεωτερικότητα δεν σκοπεύει να προετοιμάσει την επιστροφή του μύθου, αλλά να απελευθερωθεί οριστικά από τον μύθο σε όλες τις παραλλαγές του, μέχρι και εκείνες που παραμένουν στον Λόγο, στη λογική, ακόμη και στην λογιστική. Έτσι, το επίσημο πρόγραμμα της Μετανεωτερικότητας είναι μόνο ο Λόγος και, στην ακραία περίπτωση, το μηδέν· ένας Λόγος που αλληλεπιδρά με το μηδέν. Αυτή η διχοτομία Λόγου-μηδενός είναι η τελευταία εκδοχή του δυϊσμού του diurnal - ο ήρωας που κοιτάζει τον θάνατο κατάματα (σήμερα εκφράζεται ως "ο νεαρός που πίνει μπύρα στο μετρό" ή "η κυρία στο σολάριουμ"). Ο μεταμοντέρνος άνθρωπος, ο μετα-άνθρωπος, είναι μια μικρο-ορθολογικότητα που περιβάλλεται από μια εκτεταμένη έρημο. Δεν είναι πλέον ο άνθρωπος και ο θάνατος, αλλά ένα κομμάτι του ανθρώπου, ένα ξεχωριστό όργανο και το ίδιο το γεγονός του διαχωρισμού από τα υπόλοιπα, με τα υπόλοιπα να γίνονται αντιληπτά όχι ως "το όλον", όπου μπορεί κανείς να ενσωματωθεί, αλλά ως το τίποτα, το μηδέν στο οποίο δεν μπορεί να ενσωματωθεί. Η μοίρα του κενού στη Μετανεωτερικότητα είναι η τραγωδία της πρόθεσης που απορρίπτεται· της πρόθεσης που για μια στιγμή έλαβε ένα κβάντο συνείδησης. Η σωτηρία βρίσκεται στα ναρκωτικά, στο αντισυμβατικό σεξ, στην πρόωρη μόλυνση από τον ιό HIV και στην πιθανότητα να "πεθάνει κανείς νέος" (π.χ. σε αυτοκινητιστικό ατύχημα). Δεν υπάρχουν προοπτικές ανάπτυξης, δεν υπάρχει μέλλον (το no future είναι ένα πανκ σύνθημα της δεκαετίας του 1980). Εξ ου και η ανθρωπολογία της νεολαίας, που θεωρητικά επεκτείνεται σε όλες τις ηλικίες, και η άρνηση της ενηλικίωσης στη δυτική κοινωνία (όπου βλέπουμε όλο και περισσότερο τους παππούδες να ντύνονται και να συμπεριφέρονται σαν έφηβοι).

Αυτός ο ενεργητικός μηδενισμός είναι το θετικό πρόγραμμα της μετανεωτερικότητας στη λογική της διάσταση. Επιπλέον, πριν από την υλοποίηση αυτού του ιδεώδους, προτείνεται να καταβληθεί προσπάθεια για την καταπολέμηση των υπολειμμάτων του "ολοκληρωτισμού" στην ίδια τη Νεωτερικότητα που εμποδίζουν την υλοποίηση αυτού του "ιδεώδους".

Αν, ωστόσο, αναγνωρίσουμε την ορθότητα του Maffesoli, βλέπουμε την πλήρη εικόνα από την άλλη πλευρά. Η αποδυνάμωση του Λόγου, η κονιορτοποίησή του, επιτρέπει στους καταπιεσμένους και απωθημένους μύθους -ιδιαίτερα στους λιγότερο ορατούς και πιο ευέλικτους νυχτερινούς (nocturnal) μύθους - να αναδυθούν σταδιακά από το ασυνείδητο και να διεισδύσουν στον αριθμητή με το πρόσχημα του "μηδενός", αφενός, και με το πρόσχημα ενός "πολύ αδύναμου" Λόγου, αφετέρου. Οι νυχτερινοί (nocturnal) μύθοι προσφέρουν τη βοήθειά τους στον τοπικό διαχωρισμό τόσο για να τακτοποιήσουν το περιρρέον χάος όσο και για να ρυθμίσουν τις σχέσεις με το μηδέν, το οποίο μπορεί να ωραιοποιηθεί. Με τον τρόπο αυτό, η δραστηριότητα του Λόγου γίνεται εκστατική και το μηδέν γίνεται γλυκό. Αυτή είναι η "σκιά του Διονύσου" για την οποία μιλάει ο Maffesoli. Το νυχτερινό αφήγημα διεισδύει αόρατα στο λόγημα και το μεταμορφώνει σε κάτι άλλο. Στην περίπτωση αυτή, η Μετανεωτερικότητα γίνεται μια "επιστροφή του μύθου".

Αλλά μια τέτοια προοπτική, ιδίως δεδομένης της γενικής αρνητικής επαγρύπνησης της Μετανεωτερικότητας απέναντι στο diurnal, που υπόκειται σε ασηψία, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην ήπια διάλυση της κοινωνίας στο ασύδοτο "βασίλειο των μητέρων" (το οποίο επιδίωκε ο Φάουστ του Γκαίτε), και έτσι στη βύθιση της κοινωνίας στο ασυνείδητο, στο μύθο και στη νυχτερινή υπόστασή της. Θα μπορούσε επομένως να είναι τόσο το τέλος αυτού του κύκλου του diurnal όσο και το προοίμιο για την αρχή του επόμενου. Οι υποθέσεις αυτές έχουν υιοθετηθεί από τους κοινωνιολόγους P. Sorokin, J. Durand, Ch. Lalo κ.ά., οι οποίοι πιστεύουν ότι η σύγχρονη ευρωπαϊκή (και παγκόσμια) κοινωνία ολοκληρώνει την επόμενη φάση της (αισθησιακή, διονυσιακή, μετακλασική κ.ά.) και ότι μέσα από μια σειρά σοκ, κρίσεων και καταστροφών θα εμφανιστεί στη θέση της σημερινής μια νέα ανθρωπότητα, με εντελώς διαφορετικές κοινωνικές συμπεριφορές ("επιστροφή των παλαιών θεών" ή μια νέα "ιδεατή τάξη").

Μεταμοντερνισμός και αρχαιομοντερνισμός στην παγκοσμιοποίηση

Μια άλλη σημαντική συνέπεια της ανάλυσης του Maffesoli για τον Μεταμοντερνισμό στην κοινωνιολογία είναι η δυνατότητα συσχέτισης των αρχών του καθαυτού Μεταμοντερνισμού (αυστηρά μιλώντας, η προοπτική του Λόγου) και του αρχαιομοντερνισμού. Στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, όπως δείξαμε, ο παγκοσμιοποιητικός μεταμοντερνισμός συμπίπτει με τον τοπικοποιητικό αρχαιομοντερνισμό. Αυτή είναι μια σημαντική δομική παρατήρηση, διότι περιγράφει την ουσία του δικτύου. Το δίκτυο ενσωματώνει στο επίπεδο των λογημάτων (μεταμοντερνισμός) τοπικούς πόλους (εξυπηρετητές) που έχουν τη φύση του αρχαιομοντέρνου (δηλαδή αποτελούνται από ένα ασαφές λόγημα ήδη κορεσμένο με εκκολαπτόμενους νυχτερινούς μύθους). Το παγκόσμιο λόγημα (η ίδια η παγκοσμιοποίηση ως πρόταγμα του Ενός Κόσμου, "ένας κόσμος" με "παγκόσμια κυβέρνηση", "παγκόσμιο ηλεκτρονικό κοινοβούλιο" κ.λπ.) ενσωματώνει έναν αυθαίρετο αριθμό τοπικών ημι-λογημάτων σε επίπεδο αδύναμων συνδέσμων. Όλα ανταλλάσσονται οριζόντια και κάθετα με διασυνδεδεμένα, ανούσια κβάντα πληροφοριών, τα οποία δημιουργούν μια προσομοίωση δράσης και διαδικασιών, ελλείψει οποιασδήποτε προόδου ή συσσώρευσης (ο δρόμος "προς τα εμπρός" έχει ήδη μπλοκαριστεί από ένα τεράστιο μηδέν). Ο αρχαιο-μοντέρνος δεν κατανοεί το παγκόσμιο λόγημα και δεν είναι καθόλου φιλικός προς αυτό. Ζει στον ελαχιστοποιημένο "κόσμο της ζωής" του Schütz, μέσα σε μια όλο και πιο εικονική "χωρικότητα" και μια παράξενη "συγχρονικότητα". Και είναι εδώ που λαμβάνει χώρα η οργισμένη και σχετικά ελεύθερη άνοδος των νυχτερινών μύθων. Το αρχαιομοντέρνο είναι το σημείο στο οποίο ο μύθος τρυπώνει στο Λόγο στη δομή της κοινωνίας των δικτύων.

Το ίδιο το δίκτυο είναι η τελευταία έκδοση του Λόγου, αλλά αυτό που ενσωματώνει είναι τα αντιφατικά και τερατώδη συσσωματώματα της ανεπεξέργαστης Νεωτερικότητας, αναμεμειγμένα με θραύσματα μύθου που δεν έχουν αφαιρεθεί. Οι πύλες - μεμονωμένες πρωτοβουλίες δικτύωσης καθώς και ολόκληρες χώρες - είναι σχεδόν πάντα αρχαιομοντέρνες, δηλαδή μισός Λόγος μισός μύθος. Το γεγονός ότι είναι πρόθυμες να ενταχθούν σε ένα παγκόσμιο δίκτυο με κοινό πρωτόκολλο μαρτυρά την υποταγή τους στο ενοποιητικό παγκοσμιοποιητικό πρόταγμα της Μετανεωτερικότητας (από την πλευρά του Λόγου), αλλά και το γεγονός ότι δεν ακολουθούν το δρόμο του Λόγου και του εκσυγχρονισμού, αλλά αντίθετα σκοπεύουν να φέρουν όλες τις αντιφάσεις και τις ασυνέπειες του ανολοκλήρωτου εκσυγχρονισμού τους στο δίκτυο, σε συνδυασμό με την ήδη αποδομημένη δομή του μύθου, μαρτυρεί την προοπτική μιας αυξανόμενης μάζας μυθολογικών στοιχείων που συσσωρεύονται συνεχώς στο δίκτυο, και παρόλο που στην αρχή τα στοιχεία αυτά θα είναι σίγουρα γκροτέσκα, αποσπασματικά και χαοτικά μυθεύματα, κάποια στιγμή, σύμφωνα με την αρχή του chreod (πορείας ανάπτυξης), θα αρχίσουν να σχηματίζουν πιο οργανωμένες μυθολογικές κατασκευές μέχρι ενός ορισμένου κορεσμού. Ίσως κάποια στιγμή το μηδέν να πάρει το περίγραμμα της "μεγάλης μητέρας", της λατρευτικής "θεάς του χρυσού" (στμ. μυθολογική εικόνα που συμβολίζει τον πλούτο, την ευημερία, την ισχύ)...

List of references:

Deleuze J. Nietzsche. SPb:Axioma, 2001.
Dugin A.G. Archaeomodernism. Moscow: Academic Project, 2022.
Dugin A.G. Logos and Mythos. Sociology of the Depths. Moscow: Academic Project, 2010.
Dugin A.G. Social science for the citizens of New Russia. Moscow: Eurasian Movement, 2007.
Dugin A.G. Pop culture and the signs of the times. SPb: Amfora, 2005.
Dugin A.G. Post-philosophy. Three paradigms in the history of thought. Moscow: Eurasian Movement, 2009.
Dugin A.G. The radical subject and its double. Moscow: Eurasian Movement, 2009.
Dugin A.G. Sociology of Russian Society. Moscow: Academic Project, 2011.
Dugin A.G. Ethnosociology. Moscow: Academic Project, 2012.
Maffesoli M. Enchantment of the world or the social divine // SOCIO-LOGOS. - Moscow: Progress, 1991.
Rand A. Atlas Shrugged. Moscow: Alpina, 2018.
Sartre J.P. Being and nothingness: experience of phenomenological ontology. - Moscow: Respublika, 2004.
Durand G. The anthropological structures of the imaginary. P.: P.U.F., 1960.
Durand G. The Imaginary. Essay on the science and philosophy of the image. P.:Hatier, 1994.
Durand G. Introduction to Mythology. Mythes et société.P.: Albin Michel, 1996.
Maffesoli M. Apocalypse, Paris: CNRS, 2009.
Maffesoli M. La crise n'existe pas. [ [L’@mateur d’idées] Michel Maffesoli : « La crise n’existe pas ! » ]
Maffesoli M. L'Ombre de Dionysos. Contribution to a sociology of the orgy. P.: Méridien/Anthropos, 1982.
Maffesoli M. The conquest of the present. For a sociology of everyday life. P.: PUF, 1979.
Maffesoli M. La Dynamique sociale. The conflictual society. Dissertation. Lille: Service des publications des theses, 1981.
Maffesoli M. Le Temps des tribus. P.: Meridiens Klincksieck, 1988.
Robertson R. Globalisation: social theory and global culture. London; Newbury Park California. Sage Publications, 1992.
Schutz A. Der sinnhafte Aufbau der sozialen Welt. Eine Einleitung in die verstehende Soziologie. Wien: Springer-Verlag, 1932.

Μετάφραση: Οικονόμου Δημήτριος