Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΣΑΜΑΡΑ ΚΑΙ ΤΑ «ΑΚΡΑ»

Πρωτεύουσες καρτέλες

Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΣΑΜΑΡΑ ΚΑΙ ΤΑ «ΑΚΡΑ»

Του Νίκου Λάου

    Ο Αντώνης Σαμαράς αποτελεί τον κατάλληλο πρωθυπουργό στην κατάλληλη χώρα και στην κατάλληλη στιγμή. Ενσαρκώνει με δραματικό τρόπο το είδος του πρωθυπουργού που αρμόζει σε ένα κράτος το οποίο ιδρύθηκε εξ αρχής ως «κράτος υπό αίρεση» και το οποίο σήμερα αντιμετωπίζει μια σοβαρή υπαρξιακή κρίση λόγω δομικών αλλαγών των συνθηκών που διευκόλυναν και δικαιολογούσαν την ύπαρξή του μέχρι τώρα.

    Το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, το 1830, επειδή οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης, ιδίως δε η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, ήθελαν να διαχειριστούν με αυτόν τον τρόπο την αποδόμηση και κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και επειδή χρειάζονταν, για γεωπολιτικούς λόγους, ένα προτεκτοράτο στην άκρη της Βαλκανικής, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα σχέδιά τους για την εκμετάλλευση του πετρελαίου της Μέσης Ανατολής και για τη διάνοιξη και διαχείριση της Διώρυγας του Σουέζ.

    Εξ αρχής κατέστη σαφές ότι το ελληνικό κράτος ήταν γεωπολιτικό εργαλείο των Δυτικών πατρώνων του και υποχείριο της χρηματοοικονομικής ολιγαρχίας τού Λονδίνου. Έτσι, γρήγορα-γρήγορα, ο Ιωάννης Καποδίστριας εξαλείφθηκε, για την ακρίβεια δολοφονήθηκε, επειδή ήταν ικανός να δημιουργήσει αποτελεσματικό και σοβαρό κράτος και να ενεργοποιήσει στρατηγικούς πολιτιστικούς και πολιτικούς δεσμούς με τη Ρωσία και τις βαλκανικές χώρες της πάλαι ποτέ Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αντ’ αυτού η διοίκηση της Ελλάδας ανατέθηκε από τους ξένους πάτρωνες της χώρας σε ελεγχόμενους από τον ξένο παράγοντα βασιλικούς οίκους, σηματοδοτώντας, κατά επίσημο και θεσμικό τρόπο, ότι το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας είναι ετεροκαθοριζόμενο και ευθέως ετεροκατευθυνόμενο. Επίσης, από το 1830 μέχρι το 1860, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία εισέπραξαν προς εξυπηρέτηση των δανείων που χορήγησαν στην Ελλάδα περίπου το 30% των προσόδων του ελληνικού κράτους και μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα τα δάνεια είχαν πληρωθεί στο τριπλάσιο της πραγματικής αξίας τους.

    Συγχρόνως η κυριαρχία των ξένων πατρώνων τής Ελλάδας επ’ αυτής θεμελιώθηκε και με την κατάλληλη πολιτιστική διπλωματία και προπαγάνδα, διότι καμιά πολιτική κυριαρχία δεν είναι αρκετά ισχυρή εάν δεν ασκείται και επί της ψυχής των ανθρώπων. Με αυτόν τον σκοπό η εθνική ιδεολογία τού ελληνικού κράτους δημιουργήθηκε από μια ομάδα λογίων που εκπροσωπούσαν τον γερμανικό ρομαντισμό, από μια ομάδα εκπροσώπων του γερμανικού και του γαλλικού νομικού πολιτισμού και από μια ομάδα εμπόρων που εκπροσωπούσαν την κουλτούρα του βρετανικού καπιταλισμού. Έτσι το ελληνικό πανεπιστήμιο και η Εκκλησία τής Ελλάδος (ως «εθνικός-κρατικός» πλέον θεσμός) δημιουργήθηκαν από τις Δυτικές δυνάμεις που ήλεγχαν και εκμεταλλεύονταν το ελληνικό κράτος, προκειμένου οι Έλληνες πολίτες να μάθουν την εθνική τους ταυτότητα και τη θρησκεία τους σύμφωνα με τους όρους, την κουλτούρα και τα συμφέροντα του κυρίαρχου ξένου παράγοντα.

    Στον 20ό αιώνα και συγκεκριμένα μετά από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο κύριος διαχειριστής τής Ελλάδας άλλαξε, καθώς η χώρα πέρασε από τη σφαίρα επιρροής τής Μεγάλης Βρετανίας στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ. Η διασφάλιση και σταθεροποίηση της ενσωμάτωσης της Ελλάδας στο σύστημα του Δυτικού καταμερισμού κεφαλαίου και της ατλαντικής (δηλαδή αγγλο-αμερικανικής) γεωπολιτικής επιτεύχθηκε μέσω της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ και στο ΝΑΤΟ. Μάλιστα η συστημική πολιτική, στρατιωτική και οικονομική χειραγώγηση της Ελλάδας από τον ατλαντικό παράγοντα ήταν τόσο ισχυρή ώστε η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών της Ελλάδας διοικούνταν και χρηματοδοτούνταν άμεσα από τη CIA κατά επίημο τρόπο μέχρι τη δεκαετία του 1960.

 

Στρατηγικός έλεγχος

    Ο ατλαντικός παράγοντας απαιτεί από το ελληνικό πολιτικό διεκπεραιώνει τα δοικητικά του καθήκοντα στην Ελλάδα σύμφωνα με τις εξής επιταγές και σύμφωνα με τους εξής στόχους:

1)    Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον Δυτικό παράγοντα, δεν πρέπει να αναπτύξει ποτέ συνείδηση διαδόχου, πνευματικού ή πολιτικού, του Βυζαντίου. Αφενός το Βυζάντιο αποτελεί μέγα πνευματικό και πολιτικό αντίπαλο της λατινο-φραγκικής ελίτ τής Δύσης, με καμία έννοια δεν ανήκει στη Δύση, αφετέρου μια νεο-βυζαντινή συνείδηση θα ωθούσε, εύλογα και κατά φυσικό τρόπο, σε μια στρατηγική πολιτική, πνευματική και ολοκληρωμένη γεωπολιτική συμμαχία Ελλάδας-Ρωσίας, η οποία, κατά τον ατλαντικό παράγοντα, πρέπει να αποφευχθεί πάσει θυσία. Γι’ αυτό, άλλωστε, πληθώρα επιχειρήσεων πολιτιστικής διπλωματίας και προπαγάνδας της Δύσης στην Ελλάδα επιδιώκουν να ενθαρρύνουν στην ελληνική κοινωνία οποιαδήποτε άλλη πολιτιστική θεωρία ή ιδεολογία, από τον αρχαιοελληνισμό και τον νεοπαγανισμό μέχρι τον τον ευρωζωνισμό και τον νεοθωμανισμό, προκειμένου να μην αποκτήσει ισχυρή υπόσταση οποιαδήποτε νεοβυζαντινή ιδεολογία η οποία θα καλλιεργούσε τη συνάντηση και ένωση Ελλάδας-Ρωσίας, ενώ συγχρόνως απαξιώνονται, με ειδικά σχεδιασμένες ψυχολογικές επιχειρήσεις, οι πολιτιστικές ιδιαιτερότητες των Ελλήνων που δεν ταιριάζουν με τις απαιτήσεις της ατλαντικής ολιγαρχίας.

2)    Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον Δυτικό παράγοντα, πρέπει να λειτουργεί ως μια μεταπρατική κοινωνία, σε οικονομικό, πολιτικό και πνευματικό επίπεδο, χωρίς γεωπολιτικό σχεδιασμό και χωρίς πολιτιστική επίγνωση του αληθινού εαυτού της. Επίσης οι πρώτες ύλες και η ενέργεια της χώρας ουσιαστικώς ανήκουν στη δικαιοδοσία των ατλαντικών πατρώνων της.

3)    Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον Δυτικό παράγοντα, πρέπει να εξυπηρετεί τους γεωπολιτικούς, γεωοικονομικούς και ενεργειακούς σχεδιασμούς της Δύσης και ειδικά του ατλαντικού παράγοντα στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική.

    Προς εξυπηρέτηση των ανωτέρω τριών στόχων ελέγχου και διαχείρισης της Ελλάδας, το ατλαντικό μπλοκ δημιουργεί και διαχειρίζεται τους κυρίαρχους πολιτιστικούς, πολιτικούς και οικονομικούς-επιχειρηματικούς παράγοντες της Ελλάδας, τόσο σε επίπεδο προσώπων όσο και σε επίπεδο θεσμών.

 

Η Τρόικα και ο Σαμαράς

    Το νεωτερικό Δυτικό κράτος, όπως έχει εξηγήσει ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό (Michel Foucault), κυβερνά λιγότερο μέσω της χρήσης της ωμής βίας από όσο μέσω της χρήσης της γνώσης και των επιστημονικών πρακτικών, με σκοπό να δημιουργήσει και να διαχειριστεί τα συνειδησιακά περιεχόμενα (την υποκειμενικότητα) των υποτελών του. Αυτή τη μεθοδολογία ο Φουκό ονόμασε «μικροφυσική της εξουσίας». Έτσι η τεχνοκρατία αντικαθιστά την πολιτική, οι πολίτες αντιμετωπίζονται ως ίδια αντικείμενα-μέλη μιας μάζας και η εξουσιαστική ατζέντα της ολιγαρχίας ενδύεται τον μανδύα του επιστημονικού θέσφατου. Αυτό, όπως έχουν τονίσει ο σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος Αλέν ντε Μπενουά (Alain de Benoist) και ο σύγχρονος Ρώσος πολιτειολόγος Αλεξάντερ Ντούγκιν (Alexander Dugin), οδηγεί στην ουσιαστική κατάργηση της πολιτικής. Εξ ου και η σύγχρονη Δυτική ολιγαρχία χρειάζεται πλέον πολιτικούς που θα εξασφαλίζουν στα πεδία ευθύνης τους και στις χώρες τους ότι η πολιτική θα είναι μια σκιά του εαυτού της, ένα πρόσχημα, άνευ ουσιώδους σημασίας.

    Ο πιο σημαντικός ρόλος της Τρόικας δεν είναι καν η οικονομική καταδεινάστευση της Ελλάδας. Ο πιο σημαντικός ρόλος της Τρόικας είναι η αναζήτηση, ανεύρεση και εκπαίδευση μιας νέας γενιάς πολιτικών που θα έχουν ως ρόλο τους να προδίδουν κατά σύστημα και σταθερά την πολιτική, ώστε να λειτουργεί αυτό που ο Φουκό έχει αποκαλέσει «μικροφυσική της εξουσίας» και ο Μπενουά το έχει ονομάσει «μικρομάνατζμεντ». Αυτοί οι αντιπολιτικοί πολιτικοί αφενός θα εξασφαλίζουν την εφαρμογή των στρατηγικών επιλογών της ατλαντικής ολιγαρχίας, αφετέρου θα διατηρούν τους πολίτες στην κατάσταση που ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης ονόμασε «ασημαντότητα», ώστε να μην υπάρχουν αξιόλογες πολιτικές ή πνευματικές αντιστάσεις. Ο πρωτεργάτης αυτής της ιστορικής αλλαγής στην Ελλάδα ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου και ο πρώτος πρωθυπουργός-καλούπι για την αναπαραγωγή αυτού του είδους των αντιπολιτικών πολιτικών είναι ο Αντώνης Σαμαράς. Έχουμε να κάνουμε με μια σχέση «προφήτη» (Γιώργος Παπανδρέου) και «μεσσία» (Αντώνης Σαμαράς), που θεμελιώνουν τη νέα «θρησκεία» της Τρόικας, η οποία υπέχει τον ρόλο της «Αγίας Τριάδας».

    Εξ ου και σήμερα –στην εποχή των παγκόσμιων επικοινωνιών και της βιομηχανίας του θεάματος– φθάσαμε στο σημείο η Ελλάδα να μη διαθέτει ούτε εθνική πολιτική τηλεόρασης και κινηματογράφου, παραδομένη στην Τρόικα και στην τουρκική πολιτιστική διπλωματία. Η παύση του σήματος των εθνικών καναλιών (ΕΡΤ/ΝΕΤ) και η άλωση της ελληνικής τηλεόρασης από την τουρκική κινηματογραφική βιομηχανία και από νοοκτόνα ριάλιτι σόου αποτελούν επιχειρήσεις κυβερνοπολέμου (cyberwar) εναντίον της Ελλάδας, στις οποίες πρωτοστατεί και μάλιστα υπερηφάνως η κυβέρνηση Σαμαρά. Άλλωστε, όπως μας έχει δείξει το ΝΑΤΟ, στις πολλές πολεμικές επιχειρήσεις που έχει διεξάγει ανά τον κόσμο τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τα πλήγματα εναντίον των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών υποδομών των χωρών-στόχων είναι εξ αρχής στρατηγική επιλογή.

 

Τα «άκρα»

    Η συζήτηση για τα «πολιτικά άκρα» και τον «μεσαίο χώρο» υποκρύπτει την προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης –βάσει γνωστών ατλαντικών εγχειριδίων προπαγάνδας (όπως λ.χ. εκείνα του Dick Morris, που δίδαξε σε Νεοδημοκράτες ο Γιάννης Λούλης εδώ και χρόνια)– να εγκλωβίσει την πολιτική σε μια «ορθδοξία» υπαγορευμένη από την Τρόικα και από τη γεωπολιτική του ατλαντικού μπλοκ και να απαξιώσει, ή και να απαγορεύσει, κάθε μείζονος σημασίας απόκλιση ως «άκρο».

    Ουσιαστικά πρόκειται για μια απόπειρα επιβολής ενός ολοκληρωτισμού του «μεσαίου χώρου», όπου αυτή η μεσότητα δεν έχει καμία σχέση με την περί μεσότητας αντίληψη του Αριστοτέλη. Άλλωστε, αν ίσχυε η περί μεσότητας αντίληψη του Αριστοτέλη στη σημερινή Ελλάδα, δεν θα υπήρχαν ούτε τα Μνημόνια, ούτε η Τρόικα, ούτε οι μνημονιακές κυβερνήσεις. Η σύγχρονη ρητορεία περί «μεσαίου χώρου» και «κέντρου» έχει σκοπό να κάνει τους πάντες περίπου το ίδιο, δηλαδή να εξαλείψει τις μεγάλες ιδεολογίες και τη στρατηγική πολιτική σκέψη, προκειμένου όλοι, ανεξάρτητα από κομματική επωνυμία, να είναι κομφορμιστές και εξυπηρετητές της ίδιας διεθνούς ατλαντικής ολιγαρχίας. Η σύγχρονη ρητορεία περί «μεσαίου χώρου» και «κέντρου» είναι η πιο επικίνδυνη εκδοχή του melting pot.

    Συγχρόνως αξίζει να επισημάνουμε ότι οι κύριοι παίκτες του «ακραίου» χώρου στην Ελλάδα είναι επίσης διαχειριζόμενοι από τον ατλαντικό παράγοντα και τους εγχώριους συνεργάτες του, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι δεν θα δημιουργηθούν και δεν θα αποκτήσουν δύναμη γνήσιοι και ενεξέλεγκτοι «ακραίοι» παίκτες. Για παράδειγμα, στον χώρο του «δεξιού άκρου», η Χρυσή Αυγή είναι από χρόνια ελεγχόμενο «μαγαζί» από τις υπηρεσίες ασφάλειας της Ελλάδας (από την εποχή της σύλληψης και φυλάκισης Μιχαλολιάκου) και, πέρα από άλλες εκδουλεύσεις που έχει προσφέρει στο σύστημα, η Χρυσή Αυγή εμποδίζει και υπονομεύει τη δημιουργία γνήσιου εθνικιστικού κινήματος, ο δε ΛΑ.Ο.Σ. του Καρατζαφέρη υπήρξε εξ αρχής ένα συστημικό αντίβαρο προς τη Χρυσή Αυγή για τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης από το σύστημα ισορροπίας δυνάμεων στον ακροδεξιό χώρο.  

    Συγχρόνως, στον λεγόμενο «πατριωτικό χώρο», διάφοροι συγγραφείς και ινστρούκτορες αποσκοπούν στο να διαχειρίζονται πατριωτικές τάσεις και πατριωτικά κινήματα κατά τρόπους που δεν θα οδηγήσουν σε ελληνορωσική προσέγγιση (ορισμένοι μάλιστα από αυτούς καλλιεργούν απροκαλύπτως αντιρωσικές στάσεις), δείχνοντας έτσι ότι οι εν λόγω εκπρόσωποι του «πατριωτικού χώρου» (αρκετοί εξ αυτών συνδεδεμένοι με τις υπηρεσίες ασφάλειας και την ΚΥΠ/ΕΥΠ) εργάζονται και αυτοί με βάση ατλαντικά εγχειρίδια προπαγάνδας και άρα είναι κατ’ ουσίαν όργανα του ίδιου συστήματος.  

    Στον χώρο του «αριστερού άκρου», κυριαρχούν επίσης «ακραίες ιδεολογίες» που εξυπηρετούν το ατλαντικό μπλοκ. Συγκεκριμένα ο Τροτσκισμός βολεύει το ατλαντικό μπλοκ επειδή καλλιεργεί αντισταλινικά και αντιρωσικά αισθήματα και έναν διεθνισμό που έχει μια κρυμμένη πνευματική συνάφεια με τη φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση (ας σημειωθεί ότι ο Στάλιν έκανε σημαντική στροφή από τον ορθόδοξο κομμουνισμό στον ρωσικό πατριωτισμό). Η ριζοσπαστική οικολογία επίσης βολεύει το ατλαντικό μπλοκ επειδή εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πράσινων βιομηχανιών, σαν εκείνες λ.χ. που εκπροσωπεί ο Σόρος. Ακόμη και ο αναρχισμός βολεύει το ατλαντικό μπλοκ διότι αφενός, με τον μηδενισμό του, υπονομεύει τις παραδοσιακές κουλτούρες και ταυτότητες, αφετέρου, όταν εκδηλώνεται βία, ενισχύει και δικαιολογεί το αστυνομικό κράτος και κάνει τους μικροαστούς ακόμη πιο φοβικούς και υποτελείς στο σύστημα των «μεσαίων».